Συγκρίνουμε: Tesla Model 3 Performance – Mercedes-AMG CLA 45 S 4Matic+
Το γεγονός ότι η ηλεκτροκίνηση ήρθε για να μείνει είναι πλέον δεδομένο. Για πολλούς, ωστόσο, το βασικό ερώτημα είναι αν τελικά μπορεί να επικρατήσει ανατρέποντας την καθεστηκυία τάξη και στην κατηγορία των σπορ αυτοκινήτων.
Σε μια εποχή στην οποία η βιωσιμότητα και η politically correct «συμπεριφορά» της αυτοκίνησης απέναντι στο περιβάλλον αποτελούν όχι μόνο το κεντρικό θέμα συζήτησης (και διαπραγμάτευσης) ανάμεσα σε κυβερνήσεις και κατασκευαστές, αλλά και τον βασικό πυλώνα ανάπτυξης για κάθε μικρή ή μεγάλη αυτοκινητοβιομηχανία που σέβεται τον εαυτό της, αυτοκίνητα με σπορ γονίδια, όπως η Mercedes-AMG CLA, που κοσμείται για την περίσταση από τον διεγερτικό κωδικό «45 S» στην ουρά της, σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν πλέον «χωρούν» όχι μόνο στο μέλλον αλλά και στο παρόν της σύγχρονης αυτοκινητικής πραγματικότητας.
Το ερώτημα για τους απανταχού λάτρεις των «μαχητικών» επιδόσεων και της γνήσιας οδηγικής απόλαυσης γίνεται ακόμα πιο… βασανιστικό όταν κατασκευές σαν τη «λευκή» δημιουργία των μάγων από το Αφάλτερμπαχ της Γερμανίας βρίσκουν στο διάβα τους ένα «καθαρόαιμο» ΕV. Και δη το Tesla Model 3, το best-seller ηλεκτρικό μοντέλο του πλανήτη, που στην κορυφαία έκδοση Performance δείχνει να διαθέτει στην τεχνολογική και μηχανολογική φαρέτρα του όλους τους κρυφούς και φανερούς άσους, που θα μεταπείσουν ακόμα και τους πιο φανατικούς petrolheads.
Το «είναι» και το φαίνεσθαι»
Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για δύο «ψευδο-κουπέ» αυτοκίνητα με αντίστοιχο μέγεθος και εξωτερικές αναλογίες, το αποτέλεσμα που εισπράττει κανείς από το θεαθήναι είναι εντελώς διαφορετικό – όσο και ενδεικτικό για το τι σε περιμένει πίσω από το τιμόνι τους.
Απέναντι στο clean-cut αμάξωμα της Tesla, που σε πολλούς αρέσει και σε άλλους όχι, με τις 20άρες ζάντες Uberturbine της έκδοσης Performance, τα σχεδόν ανύπαρκτα αεροδυναμικά βοηθήματα στις εξωτερικές επιφάνειες (σ.σ.: εξαίρεση εδώ αποτελεί η μικρή carbon αεροτομή στην ουρά, που διαχωρίζει οπτικά την έκδοση Performance από τα μικρότερα αδέλφια της γκάμας) και το «κλειστό» εμπρός μέρος, η Mercedes-AMG αντιπαραβάλλει για λογαριασμό της κορυφαίας CLA ένα σαφώς πιο «πληθωρικό» σεντάν με άγριους προφυλακτήρες, άφθονες εισαγωγές αέρα και ιδιαίτερα μακρύ καπό, που σίγουρα στέλνουν το δικό τους, διόλου διακριτικό μήνυμα.
Στο εσωτερικό οι αποκλίσεις διευρύνονται, αποκτώντας μάλιστα χαοτικές διαστάσεις, με τη CLA να γεμίζει το μάτι τόσο με τους αναρίθμητους διακόπτες σε κονσόλα, ταμπλό και τιμόνι όσο και με τα (σχεδόν) αγωνιστικών προδιαγραφών καθίσματά της. Την ίδια ώρα, το Model 3 δε σε… αγριεύει, προτάσσοντας έναν διαφορετικό αέρα λιτότητας και απλότητας, αφού τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα, βρίσκονται συγκεντρωμένα «μέσα» στην κεντρικά τοποθετημένη οθόνη αφής των 15,4 ιντσών – που μοιραία αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο στην καμπίνα. Η θέση οδήγησης στο αμερικανικό σεντάν με την προσεγμένη, απτή ποιότητα δεν προβληματίζει σε καμία περίπτωση, έχοντας ως βασικό ατού μια «διαφορετική» σε σχέση με τα συνηθισμένα θέαση προς τα εμπρός, ως απόρροια του μεγάλου παρμπρίζ, του πολύ «χαμηλού» ταμπλό και του συγκριτικά λιγότερου ανασηκωμένου εμπρός μέρους που κρύβει μέσα του το χαρακτηριστικό και πρακτικό «frunk» των 84,8 λίτρων.
Απέναντί του, η CLA φαντάζει σαν μικρή… πολεμίστρα, με τον οδηγό να απολαμβάνει τη χαρακτηριστική «ποιότητα Mercedes» ενώ κάθεται (ή τουλάχιστον νιώθει ότι κάθεται) αρκετά πιο χαμηλά, όντας καλά χωμένος στο μπάκετ κάθισμα που αγκαλιάζει υποδειγματικά και σφιχτά το σώμα του.
Τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά…
Θέμα απευθείας συγκρίσεων σε τεχνικό τομέα ασφαλώς και δεν τίθεται, αφού στο ένα «στρατόπεδο» έχουμε να κάνουμε με ένα αμιγώς ηλεκτρικό αυτοκίνητο με δύο ηλεκτροκινητήρες και μπαταρία υψηλής τάσης, και στο άλλο με ένα σπορ σεντάν με θερμικό κινητήρα τούρμπο, χωρητικότητας 2,0 λίτρων, και μοναδικό ηλεκτρικό καλούδι την παραδοσιακή 12βολτη μπαταρία. Επί της ουσίας, ο φτιαγμένος στο χέρι Μ 139 4κύλινδρος της Mercedes-AMG είναι ο δυνατότερος κινητήρας παραγωγής στην κλάση των 2,0 λίτρων, αποδίδοντας 310 kW στις 6.750 σ.α.λ., ήτοι 421 ίππους, σε συνδυασμό με 500 Nm που «βγαίνουν» ψηλά, και συγκεκριμένα από τις 5.000 έως και τις 5.250 σ.α.λ.
Πού αξίζει να σταθεί κανείς εδώ σε επίπεδο προδιαγραφών; Σίγουρα στον έμμεσο και άμεσο ψεκασμό, στα σφυρήλατα πιστόνια, στον αλουμινένιο στροφαλοθάλαμο, στην επίστρωση Nanoslide στην επιφάνεια επαφής εμβόλων και βαλβίδων, στην ηλεκτρονικά ελεγχόμενη wastegate, στην πίεση υπερπλήρωσης των 2,1 bar, αλλά και στην εγκατάσταση του γερμανικού ιπποφορβείου σε θέση περιστραμμένη κατά 180 μοίρες σε σχέση με τον απερχόμενο.
Απέναντι στο μηχανολογικό αυτό… υπερθέαμα των Γερμανών, η Tesla προτάσσει το δικό της θαύμα. Δηλαδή, δύο ηλεκτροκινητήρες, με καθέναν να βρίσκεται εγκατεστημένος στον «δικό» του άξονα. Ο πίσω, ο οποίος κινεί το αυτοκίνητο σε «κανονικούς» ρυθμούς, αποδίδει 211 kW, και ο εμπρός 147 kW, ενώ συνδυαστικά στους τέσσερις τροχούς της έκδοσης Performance φτάνουν 486 ίπποι. Από εκεί και πέρα, η μέγιστη ροπή των δύο μονάδων φέρεται να φτάνει τα διόλου ευκαταφρόνητα 660 Nm, ενώ η μπαταρία ιόντων λιθίου που τις τροφοδοτεί διατηρεί τη γνώριμη χωρητικότητα των 75 kWh της απλής έκδοσης Long Range με τους δύο επίσης ηλεκτροκινητήρες.
Φυσικά, και σε αντίθεση με άλλα γερμανικά super-EV (λέγε με Porsche Taycan), η Tesla χρησιμοποιεί κιβώτιο μονής σχέσης, αλλά και το πρόγραμμα Track Mode στην έκδοση Performance, που θέτει εκτός το ESP δίνοντας συγχρόνως στον οδηγό τη δυνατότητα να ρυθμίσει κυριολεκτικά… όπως θέλει την κατανομή ροπής ανάμεσα στους άξονες – από 0-100% έως και σε 100-0% εμπρός-πίσω.
Από τη μεριά της, η κορυφαία CLA αξιοποιεί τη δυναμική ενός 8τάχυτου κιβωτίου διπλού συμπλέκτη κι ενός συστήματος τετρακίνησης με Drift Mode και σύστημα AMG Torque Control στον πίσω άξονα, το οποίο διαθέτει δύο ηλεκτρονικά ελεγχόμενους πολύδισκους συμπλέκτες, για μεταβλητή κατανομή της ροπής ανάμεσα στους πίσω τροχούς αλλά και στους δύο άξονες.
Στο δρόμο τα δύο αυτοκίνητα και πάλι δε «συναντώνται», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δε συγκρίνονται, προσφέροντας το καθένα με τον δικό του τρόπο έντονες συγκινήσεις: η CLΑ με τον εκρηκτικό, σχεδόν… πολεμικό χαρακτήρα που προτάσσει, τόσο με τις επιδόσεις (0-100 σε 4 δλ., τελική ταχύτητα: 270 χλμ./ώρα) και τους ήχους που παράγει, όσο και με τον παιχνιδιάρικο τρόπο που στρίβει. Όσο για το Model 3, αυτό που σου μένει είναι η κοφτερή αίσθηση σαμουράι πολεμιστή σε επίπεδο αποτελεσματικότητας, η «καθαρότητα» με την οποία καταφέρνει να συμπεριφέρεται με τους εμπρός τροχούς υπό γωνία και η απίστευτη, σχεδόν ακατάπαυστη αίσθηση επιτάχυνσης έως και τα 261 χλμ./ώρα πραγματικής τελικής ταχύτητας.
Οι παραδοσιακοί θα λατρέψουν την ηχητική πανδαισία που βγαίνει από τις διπλές απολήξεις της Γερμανίδας, ειδικά έχοντας επιλέξει το κατάλληλο πρόγραμμα, ενόσω οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν να μαγεύονται από τον χαρακτηριστικό «συριγμό» των ηλεκτροκινητήρων και το εντυπωσιακό «3,3΄΄» που απαιτεί το αμάξωμα των 1.844 κιλών προκειμένου να «φτάσει» από στάση τα πρώτα 100 χλμ./ώρα.
Όμως, δεν είναι μόνο η αίσθηση (και οι χρόνοι) επιτάχυνσης που καθιστούν το Model 3 Performance συναρπαστικό. Αν μη τι άλλο, μερίδιο ευθύνης ανήκει στο τιμόνι με τις μόλις δύο και κάτι περιστροφές από άκρη σε άκρη, που σε όσους «συντονισμένους» θυμίζει πολύ εκείνο των δημιουργών του Μ Division της BMW, τόσο με την αίσθηση που περνά στα χέρια σου όσο και με τον τρόπο που καταφέρνει να «εκμηδενίζει» το παραπανίσιο βάρος της κατασκευής.
Από εκεί και πέρα, τα εύσημα πηγαίνουν και στις αναρτήσεις, που, παρ’ ότι πιο σφιχτές σε σχέση με εκείνες της έκδοσης Long Range, πραγματικά αποδεικνύονται «αποκαλυπτικές». Αφενός με τον τρόπο που φιλτράρουν, παρά τα 35άρια ελαστικά, τις ανωμαλίες των ελληνικών δρόμων, αφετέρου με εκείνον που ελέγχουν σε όλα τα τερέν, γλιστερά και μη, τα δυναμικά χαρακτηριστικά του εξαιρετικά άκαμπτου αμαξώματος της Tesla. Κι αν θελήσεις να «παίξεις» εκεί όπου οι συνθήκες το επιτρέπουν, η τύχη είναι κυριολεκτικά στα χέρια σου – για να ακριβολογούμε, στο Track Mode που μπορείς να ενεργοποιήσεις μέσα από το υποδειγματικό interface της πολυ-οθόνης του αυτοκινήτου και σου επιτρέπει να παίξεις-καθορίσεις την επιθυμητή κατανομή της ισχύος ανάμεσα στους δύο άξονες.
Δυνατότητες παραμετροποίησης σου προσφέρει βέβαια και η CLA, και μάλιστα ουκ ολίγες, με αποκορύφωμα την επιλογή του Drift Mode, την οποία μπορεί κανείς να επιλέξει μέσω του προγράμματος Race, που με τη σειρά του προϋποθέτει δύο πράγματα: την απενεργοποίηση του ESP και τον χειροκίνητο έλεγχο του κιβωτίου ταχυτήτων. Σε όλες τις άλλες συνθήκες, και πάντοτε σε συνάρτηση με το πρόγραμμα που έχεις ενεργοποιήσει, ο έλεγχος της ροπής στον εμπρός και στον πίσω άξονα, αλλά και μεταξύ των δύο πίσω τροχών, πραγματοποιείται ηλεκτρομηχανικά, με τους παράγοντες που επηρεάζουν την εκάστοτε κατανομή να είναι δυναμικοί και να μη σχετίζονται μόνο με την ταχύτητα κίνησης του οχήματος, αλλά και με πολλές ακόμα παραμέτρους. Όπως, για παράδειγμα, την πλευρική και διαμήκη επιτάχυνση, τη γωνία του τιμονιού, την επιλεγμένη σχέση στο κιβώτιο, τη θέση του πεντάλ του γκαζιού, αλλά και τη διαφορά στην ταχύτητα περιστροφής των τροχών.
TESLA MODEL 3 PERFORMANCE
ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ: 2, ηλεκτρικοί > ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ: 486 ίπποι > ΜΕΓ. ΡΟΠΗ: 660 Νm > ΚΙΒΩΤΙΟ: Μονής σχέσης > ΑΝΑΡΤΗΣΗ EΜΠΡΟΣ: Διπλά ψαλίδια > ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΙΣΩ: Πολλαπλών συνδέσμων > 0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 3,3 δλ. > ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 261 χλμ./ώρα > ΕΚΠΟΜΠΗ CO2: 0 γρ./χλμ.
MERCEDES-AMG CLA 45 S 4MATIC+
ΚΥΒΙΣΜΟΣ: 1.991 κ.εκ. > ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ: 421 ίπποι/6.750 σ.α.λ. > ΜΕΓ. ΡΟΠΗ: 500 Nm/5.000-5.250 σ.α.λ. > ΚΙΒΩΤΙΟ: Αυτόματο 8 σχέσεων > ΑΝΑΡΤΗΣΗ EΜΠΡΟΣ: Γόνατα ΜακΦέρσον > ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΙΣΩ: Πολλαπλών συνδέσμων > 0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 4,0 δλ. > ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 270 χλμ./ώρα > ΕΚΠΟΜΠΗ CO2: 189-186 γρ./χλμ.
TESLA MODEL 3 PERFORMANCE
ΥΠΕΡ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ-ΑΙΣΘΗΣΗ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗΣ / ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ-ΕΠΙΒΑΤΩΝ / ΚΟΣΤΟΣ ΧΡΗΣΗΣ / ΟΔΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
ΚΑΤΑ ΦΙΝΙΡΙΣΜΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ
MERCEDES-AMG CLA 45 S 4MATIC+
ΥΠΕΡ ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΙΝΗΤΗΡΑ / ΣΠΟΡ ΑΙΣΘΗΣΗ / ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ
ΚΑΤΑ ΑΝΕΣΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ / ΤΙΜΗ
Φωτογραφίες: Γιάννης Αλμπανέλλης