Ο πιο αδικημένος ήρωας της Βραζιλίας
Ενόψει του Grand Prix της Βραζιλίας αυτή την Κυριακή, στρέφουμε πίσω το βλέμμα σε ένα αγαπημένο πλην όμως αδικημένο παιδί της χώρας, που μάγεψε τη φαντασία του πλήθους όσο λίγοι άλλοι ήρωες στην ιστορία.
Η φετινή είναι η τέταρτη συνεχόμενη χρονιά που δεν έχουμε έναν Βραζιλιάνο πιλότο στο grid της Formula 1 και παρόλο που οι οπαδοί του Verstappen με τα πορτοκαλί τους καπνογόνα έδωσαν χρώμα στις πίστες όλη αυτή την περίοδο (καιρός ήταν να ζήσει και η Ολλανδία το όνειρό της) τίποτα πιστεύω δεν μπορεί να συγκριθεί με την ατμόσφαιρα που δημιουργούσε το πλήθος στην πίστα του Interlagos όταν αυτό είχε να δοξάσει έναν δικό του ήρωα.
Ένα από τα πράγματα που μου λείπουν αφάνταστα τα τελευταία χρόνια, είναι τα τύμπανα των «Παολίστας» στην κερκίδα της υπέροχης αυτής αρένας που βρίσκεται «ανάμεσα στις λίμνες», τα οποία επισκίαζαν κάποτε -για χάρη ενός Fittipaldi, ενός Pace, ενός Senna, ενός Barrichello και ενός Massa- τον εκκωφαντικό ήχο των ατμοσφαιρικών κινητήρων της Formula 1.
Με εξαίρεση έναν από τους πιο πάνω ήρωες, όλοι κατάφεραν να δώσουν στο βραζιλιάνικο πλήθος εκείνο που τόσο πολύ λαχταρούσε και που ζούσε κάθε χρόνο να δει: τη νίκη που θα λευτέρωνε το μυαλό της χώρας από τα βάσανα της καθημερινότητας.
Κατά την προσωπική μου άποψη, η μεγαλύτερη «αδικία» στα χρονικά του Grand Prix της Βραζιλίας δεν ήταν ο «χαμένος τίτλος» του Felipe Massa που έκανε φτερά και πέταξε προς τη μεριά του Lewis Hamilton στην τελευταία στροφή του τελευταίου γύρου της κούρσας του 2008, αλλά το γεγονός πως ο Rubens Barrichello δεν κέρδισε ποτέ την κούρσα της πατρίδας του.
Εν αντιθέσει με τον Massa, που είχε τη χαρά να γευτεί δύο φορές τη σαμπάνια της νίκης στην κούρσα της Βραζιλίας -όσες φορές την γεύτηκαν οι Fittipaldi, Piquet και Senna- ο Rubinho (όσα χρόνια κι αν περάσουν στα μάτια μας θα αποτελεί πάντα «το νεαρό παιδί που ο Senna επέλεξε να βάλει κάτω από τη φτερούγα του») δεν έλαβε ποτέ τη μεγάλη αυτή χάρη από τους Θεούς της Ταχύτητας.
Ο Barrichello, που πάλεψε με Ψυχή, Τόλμη και απαράμιλλο Συναίσθημα στο Interlagos για σχεδόν μια εικοσαετία, πρωταγωνιστώντας όχι μόνο με τη Ferrari αλλά και με τα «αντάρτικα» μονοθέσια της Jordan, της Stewart και της Brawn GP, δεν δικαιώθηκε ποτέ, μεταφέροντας μαζί του στο πιλοτήριο τη νίκη που κατάφερνε σχεδόν κάθε χρόνο με μόχθο να πολιορκήσει, προτού προδοθεί την τελευταία στιγμή από την τρύπια τσέπη του.
Το 1996 σκαρφάλωσε μέχρι τη δεύτερη θέση με την κίτρινη Jordan-Peugeot του, παλεύοντας με σθένος μέσα σε ένα εκτυφλωτικό σύννεφο νερού, όντας ένας άσος της βροχής, κάνοντας τους πάντες -μαζί και εμάς που ήμασταν πίσω από το μικρόφωνο της τηλεόρασης του ΡΙΚ- να παραμιλούν. Το 1999 οδήγησε την κούρσα για 23 παλικαρίσιους γύρους με την κατάλευκη Stewart του, προτού αυτή τινάξει τα σωθικά του κινητήρας της. Το 2002 εγκατέλειψε με προβλήματα στα υδραυλικά της Ferrari του ενώ βρισκόταν στην πρώτη θέση μπροστά από τον μεγάλο Schumacher, ενώ το 2003 -τη χρονιά που κατέκτησε το πρώτο του pole position στο Interlagos- ετοιμαζόταν να κερδίσει την κούρσα στην πόλη που τον γέννησε όταν… ξέμεινε από καύσιμο, στερώντας μας έτσι το θέαμα μιας «*σαμπατίνας με δάκρια στα μάτια», την οποία δεν είδαμε ποτέ.
Κι όλα αυτά κουβαλώντας στην πλάτη του το σταυρό που του άφησε ο Senna μετά την αποχώρησή του απ’ αυτόν τον κόσμο, τον οποίο ο Rubens αναγκάστηκε να σηκώσει σε ηλικία μόλις 22 ετών και που συνέχισε να κουβάλα στους ώμους του μέχρι που έφτασε σχεδόν στα 40, προσπαθώντας ακατάπαυστα όλα αυτά τα χρόνια να ξεπληρώσει το «Μέγα Χρέος» που έχουν οι Βραζιλιάνοι πιλότοι απέναντι στο πλήθος της χώρας τους.
Κατά τη γνώμη μου, ο πόνος της νίκης που δεν πήρε ποτέ ο Barrichello στο Interlagos μπορεί μόνο να συγκριθεί με τον πόνο της νίκης που δεν πήρε ποτέ ο Alesi με τη Ferrari στη Monza, αφού κανείς άλλος εκτός απ’ αυτούς τους δύο δεν κατάφερε να δώσει τόσα πολλά στο πλήθος που τόσο τους λάτρεψε, και να πάρει για αντάλλαγμα από τη Formula 1 τόσα λίγα._Δημήτρης Γιόκκας
*Σαμπατίνα: ο αστείος χορός του Barrichello στο βάθρο, κάθε φορά που κέρδιζε ένα GrandPrix.