Formula 1 με ταχύτητες που δεν έπιασε ποτέ κανείς!
Αναμνήσεις από την εκπληκτικά γρήγορη, γνήσια πίστα της Αυστρίας, ενόψει των δύο αγώνων στη σύγχρονη αρένα.
Έπειτα από τρεις συνεχόμενες νίκες, η ομάδα της Red Bull, η πρώτη που κατάφερε να σπάσει τον μονόλογο της Mercedes σε αυτή την εποχή των «υβριδικών turbo» βολίδων της F1, θα θέλει να συνεχίσει με την φόρα που έχει πάρει και να κερδίσει και τον «εντός έδρας» αγώνα στην αρένα των «Κόκκινων Ταύρων».
H αυστριακή πίστα, που βρίσκεται στη μέση ενός παραδεισένιου τοπίου, προσφέρει πάντοτε θέαμα μιας και οι πλατιές στροφές της με τα όμορφα ανεβοκατεβάσματα, επιτρέπουν στα μονοθέσια να παλέψουν «τροχό με τροχό». Πρόκειται για μια «πίστα-διαμάντι» για τα δεδομένα της εποχής μας.
Εάν κοιτάξει όμως κανείς προσεχτικά σαν βρεθεί εκεί, και διασταυρώσει τα σύνορά της, θα διακρίνει τα απομεινάρια της παλιάς στράτας, η οποία αποτελούσε κάποτε το περιβόητο Osterreichring: την γνήσια πίστα των βουνών της Στυρίας, που αποτελούσε -κατά την άποψή μου- ένα από τα «επτά θαύματα» του παλιού κόσμου της Formula 1.
Μαζί με τις γνήσιες πίστες του Spa-Francorchamps και της Monza, του παλιού Nurburgring, της Rouen στη Γαλλία, του Montjuich Park στην Ισπανία και της γνήσιας Zandvoort στην Ολλανδία (όχι την «ευνουχισμένη» εκδοχή της που θα δούμε αργότερα φέτος στο πρωτάθλημα) η πίστα του Osterreichring υπήρξε μία άκρως προκλητική και επικίνδυνη αρένα της ταχύτητας, η οποία ξεχώριζε πάντοτε τους άντρες πιλότους από τα παιδιά.
Φανταστείτε ένα Red Bull Ring τερατωδών διαστάσεων, με ιλιγγιώδη ανεβοκατεβάσματα και τεράστιες ευθείες οι οποίες οδηγούσαν σε γιγάντιες στροφές, όπως η Tiroch, η Bosch και η Panorama (όνομα και πράμα!) που δεν έλεγαν να σταματήσουν να στρίβουν. Οι πιλότοι έμπαιναν και έβγαιναν από αυτές τις στροφές με τρομερή ταχύτητα και με τη ψυχή στο στόμα. Κι αυτό γιατί ο δρόμος της πίστας ήταν απελπιστικά στενός και οι μπαριέρες, που αγκάλιαζαν τις στροφές, δεν επέτρεπαν σε κανέναν μας να φανταστεί τι θα μπορούσε να συμβεί εάν κάποιος από τους ήρωές μας έκανε το παραμικρό λάθος. Υπήρχαν όμως και κάποιοι πιο… παράτολμοι, που προκαλούσαν τη μοίρα τους. Πριν από 50 χρόνια, ο αείμνηστος Jo Siffert, ο λιονταρόψυχος «Seppi», κέρδισε το Αυστριακό GP για την BRM, κρατώντας το γκάζι στο τέρμα, παρά το γεγονός πως στους τελευταίους γύρους ένα από τα πίσω ελαστικά του έχανε αέρα.
Μέχρι το 1986 οι βολίδες της Formula 1 ξεπερνούσαν τους 1400 ίππους σε ρύθμιση προκριματικών, με την Brabham-BMW του Derek Warwick να αγγίζει τα 344 χλμ./ώρα πριν από την στροφή Bosch, στην οποία και έστριβε έχοντας στο μεταξύ ελαττώσει στα… 290 χλμ./ώρα!
Ένα χρόνο αργότερα, το 1987, όταν η γνήσια πίστα φιλοξένησε το τελευταίο της Grand Prix (είχαμε τρεις απόπειρες εκκίνησης με ατυχήματα στην στενή ευθεία) o Nelson Piquet κέρδισε το pole position με τη Williams-Honda, με μέση ταχύτητα 256.622 χλμ./ώρα. Ο Βραζιλιάνος ήταν δέκα χιλιόμετρα πιο γρήγορος από την ταχύτητα με την οποία ο Bottas κέρδισε πέρσι το pole στην εκμοντερνισμένη πίστα με τη Mercedes.
Εάν οι βολίδες της Formula 1 αγωνίζονταν ακόμη στο παλιό Osterreichring, η μέση ταχύτητα του pole position θα άγγιζε -χωρίς υπερβολή- τα 270 χλμ./ώρα! Και ναι, χωρίς δρόμους διαφυγής ή χαζές λευκές γραμμές και με τις μπαριέρες να αγκαλιάζουν την πίστα. Σενάριο επιστημονικής φαντασίας θα μου πείτε!_Δημήτρης Γιόκκας