Ο πιο παράτολμος ήρωας της Formula 1
Αφιέρωμα στον πιο θεαματικό ακροβάτη που πέρασε ποτέ από τις πίστες -και συνάμα προσωπικό ίνδαλμά μου- με αφορμή την 39η επέτειο από τον χαμό του.
Ο χαρακτηριστικός βρυχηθμός του δωδεκακύλινδρου κινητήρα παγιδεύεται στιγμιαία ανάμεσα στους τοίχους, προτού τρυπώσει σαν μανιασμένος κεραυνός στα αφτιά των θεατών, αναγγέλλοντας την άφιξη της κόκκινης βολίδας με τον αριθμό 12. Έξαφνα, το πλήθος βλέπει να εμφανίζεται μπροστά του όχι το μούτρο αλλά η ουρά της βολίδας, η οποία γλύφει τον εξωτερικό τοίχο, αφήνοντας δύο μαύρες γραμμές λάστιχου στην άσφαλτο και ένα μόλις εκατοστό περιθώριο απ' τον τοίχο. Η κερκίδα (ολόκληρη η κερκίδα!) κρατά την αναπνοή της, καθώς βλέπει από ψηλά τα ταχυδακτυλουργικά χέρια του πιλότου να αρπάζουν την ουρά και να την φέρνουν πίσω από την γιγάντια πλαγιολίσθηση, ένα μόλις κλάσμα του δευτερολέπτου πριν από την καταστροφή. Οι θεατές παίρνουν και πάλι ανάσα καθώς η κόκκινη βολίδα απομακρύνεται, μέχρι να ξαναφανεί στον επόμενο γύρο.
Εάν υπήρξε ποτέ ένας ήρωας που εκπροσώπησε τόσο επάξια τη λέξη «πιλότος» έξω στην πίστα, τότε αυτός δεν ήταν άλλος από τον Gilles Villeneuve, ο οποίος έφυγε σαν σήμερα απ’ αυτόν τον κόσμο, αφήνοντας στις καρδιές μας ένα ανεκπλήρωτο κενό.
Τα πλήθη τον λάτρευαν, εφόσον ήταν ο μόνος πιλότος που τολμούσε να ακροβατήσει πάνω στο σχοινί της Formula 1 χωρίς να βάζει ποτέ προστατευτικό δίχτυ από κάτω. Για να εκτιμήσει η νέα γενιά οπαδών έναν τέτοιο πιλότο, θα πρέπει να γνωρίζει πως η Formula 1 της τότε εποχής (όχι η σημερινή με τις πίστες-αεροδρόμια και τα αναρίθμητα θαύματα ασφαλείας που έσωσαν τη ζωή του Grosjean) μπορούσε να στείλει κάποιον -με ένα μόνο γλίστρημα απ’ αυτό το σχοινί- κατ’ ευθείαν στον άλλο κόσμο.
Ένα από τα πράγματα που μου λείπουν αφάνταστα από τη σημερινή Formula 1 είναι οι μεγάλες διαφορές που υπήρχαν κάποτε στην ταχύτητα με την οποία έστριβε ο κάθε πιλότος σε μια στροφή (και στην ποσότητα ψυχής που έβαζε για να περάσει απ’ αυτήν) αφού στις μέρες μας ο καλύτερος από τον χειρότερο δεν έχουν τη διαφορά που θα ήθελε το μάτι για να χορτάσει. Επιπλέον, οι μανούβρες τους δεν σε κάνουν να σηκωθείς από το κάθισμά σου και να φωνάξεις «Τι έκανε ρε ο άνθρωπος!». Εκτός κι αν ο κύριος Mazepin (συγνώμη και πάλι Nikita) χτυπήσει κάποιον άλλο πιλότο ή διαφωνήσει με τη HAAS του για χάρη κάποιας μπαριέρας...
Στο Grand Prix της Βραζιλίας του 1979, που διεξήχθη στη γνήσια (διπλάσια σε μήκος αλλά και σε πρόκληση) πίστα του Interlagos, οι πιλότοι της εποχής έμπαιναν πάνω στη λεγόμενη Curva 1 με όμορφες πλαγιολισθήσεις, που διαρκούσαν μέχρι την Curva 2, σηκώνοντας -στο ενδιάμεσο- το πόδι τους ελαφρώς από το γκάζι και παίρνοντας τις δύο γιγάντιες στροφές ως μία. Σύμφωνα με τους παλιούς συνάδελφους δημοσιογράφους, που βρέθηκαν στην πίστα, ο πρώτος πιλότος που τόλμησε να πάρει τις στροφές αυτές χωρίς να σηκώσει το πόδι του από το γκάζι ήταν ο Gilles Villeneuve. (Με την απαρχαιωμένη Ferrari T3 της προηγούμενης χρονιάς, που δεν είχε τα ground effects μιας Williams ή μιας Ligier!). Μιλάμε για τέχνη, φαντασία και… κότσια που δεν υπάρχουν πια στις πίστες.
Το δε προσπέρασμα του Gilles πάνω στη Williams του Alan Jones, στο Ολλανδικό Grand Prix της ίδιας χρονιάς, στη γνήσια πίστα της Zandvoort, από την εξωτερική πλευρά της στροφής Tarzan των 180 μοιρών (σύμφωνα με τον σχεδιαστή της Williams, Frank Dernie, η Ferrari ήταν ένα δευτερόλεπτο ανά γύρο πιο αργή) εξακολουθεί να είναι η πιο συναρπαστική και συνάμα η πιο συγκλονιστική μανούβρα που έχω δει ποτέ. Οι πιλότοι της εποχής μας μπορούν επίσης να προσπεράσουν από την εξωτερική πλευρά των σημερινών -πολύ πιο φαρδιών- στροφών, χωρίς όμως να εκτελούν ένα τεράστιο «ντριφτάρισμα» όπως στην περίπτωση της πιο πάνω μανούβρας του Gilles, ο οποίος πέρασε την κλωστή από τη βελόνα καβάλα σε ένα αφηνιασμένο άλογο της Ferrari.
Μαζί με τον αείμνηστο Ronnie Peterson (τον οποίο θαύμαζε ο Villeneuve) o Gilles ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε να τσιμπά τα φρένα με το αριστερό πόδι, πολλά χρόνια πριν αρχίσουν οι ομάδες να ρυθμίζουν τα πετάλια για να επιτρέπουν κάτι τέτοιο σε εκείνους τους λίγους που είχαν το χάρισμα για να το κάνουν (βλέπε Michael Schumacher).
Εάν λάβεις υπόψη όλα τα πιο πάνω (και πολλά άλλα που θα πούμε μια άλλη φορά), θα καταλάβεις γιατί ο Enzo Ferrari, που μεταξύ 1918 και 1988 είδε τους πάντες να τρέχουν στην πίστα (από τους γίγαντες Antonio Ascari και Giuseppe Campari μέχρι τον Senna και τον Prost) δήλωσε πως ο Villeneuve, τον οποίο αγαπούσε σαν παιδί του, ήταν ο καλύτερος πιλότος μετά τον μυθικό Nuvolari.
O Enzo Ferrari με τον αγαπημένο του πιλότο, Gilles Villeneuve.
Ο Gilles κέρδισε μόλις έξι Grand Prix στα τέσσερα και κάτι χρόνια που τον είχαμε στην F1 αλλά αυτό δεν λέει απολύτως τίποτα. Ειδικά εάν αναλογιστεί κανείς πως, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τα μονοθέσια που πιλόταρε ήταν αξιοθρήνητα. Εκείνο που με συγκλονίζει μέχρι σήμερα, είναι το γεγονός πως αυτός ο μικρόσωμος και ντροπαλός Γαλλοκαναδός με το παιδικό πρόσωπο και την αφοπλιστική ειλικρίνεια, υπήρξε σύμβολο θαυμασμού όχι μόνο για τους tifosi, αλλά και για τους ίδιους τους αντιπάλους του.
Αρκεί να αναφέρω πως κατά τη διάρκεια της βροχερής περιόδου των προκριματικών του Grand Prix των ΗΠΑ το 1979 (η πίστα ήταν τόσο βρεγμένη στην αρχή της περιόδου που κανείς άλλος δεν τόλμησε να βγει έξω σ’ αυτήν!) ο Villeneuve ήταν απλησίαστος, σταματώντας στο τέλος της ημέρας τα χρονόμετρα 11 δευτερόλεπτα (έντεκα!) ταχύτερα από τον δεύτερο Jody Scheckter («νόμιζα πως ήμουν εγώ ο ταχύτερος, πρώτη φορά φοβήθηκα τόσο πολύ στη ζωή μου» δήλωσε ο πρωταθλητής της χρονιάς εκείνης) ενώ με τη σειρά του ο άσος της Ligier, Jacques Laffite, είπε: «Ξέρω πως τα ανθρώπινα όντα δεν κάνουν θαύματα, υπάρχουν όμως μέρες που ο Gilles σε κάνει να αναρωτιέσαι».
Και φτάνουμε στο Βελγικό Grand Prix του 1982 και στα προκριματικά στην πίστα του Zolder. Ο χαρακτηριστικός βρυχηθμός του εξακύλινδρου κινητήρα της Ferrari αναγγέλλει την άφιξη της κόκκινης βολίδας με τον αριθμό 27. Έξαφνα, το πλήθος βλέπει να εμφανίζεται μπροστά του ο παράτολμος ακροβάτης που αρνείται πεισματικά να σηκώσει το πόδι του από το γκάζι, καθώς προσπερνά πάνω στην επικίνδυνη στροφή τη March του Jochen Mass. Το πλήθος κρατά την αναπνοή του. Τα δύο μονοθέσια συγκρούονται, η Ferrari πετά ψηλά στον αέρα, εκσφενδονίζοντας το σώμα του Gilles (που είναι ακόμη δεμένο στο κάθισμα!) εκτός πιλοτηρίου και ακόμη πιο ψηλά στον αέρα. Και με αυτό τον τρόπο ο ακροβάτης-πιλότος αποχωρεί από το πλατό της Formula 1 και δραπετεύει στον άλλο κόσμο. Αιωνία σου η μνήμη Gilles. Κανείς, δεν θα σου μοιάσει._Δημήτρης Γιόκκας
Περισσότερα στο βιβλίο μου «Ύμνος στην Ταχύτητα»