Κι όμως, δεν ήταν παραμύθι…

Αφιέρωμα σε έναν ακόμη άσημο αετό της πίστας, ο οποίος κατάφερε να πετάξει ψηλά στον ουρανό της δεκαετίας του ’50.

Κανείς από τους τρεις τύπους δεν ακούει τα λόγια του ιερέα που γαληνεύουν τη ψυχή στην κατάμεστη εκκλησία της Modena αφού ο Enzo Ferrari και οι άντρες του, οπλισμένοι ο καθένας με ένα χρονόμετρο στο χέρι, τεντώνουν το αυτί τους προς το παράθυρο το οποίο βλέπει στην πόλη, και συγκεκριμένα προς τη γειτονική πίστα της ενορίας τους, όπου γίνεται χαλασμός κυρίου χάρις στις πολεμικές ιαχές που εξαπολύει στους ουρανούς ο εξακύλινδρος κινητήρας του κόκκινου μονοθέσιου.
 
Με το που ακούν την εκπυρσοκρότηση του περίστροφου, που σηματοδοτεί την έναρξη ενός ακόμη γύρου της πίστας, ξεκινούν τα χρονόμετρα και, σκυμμένοι πάνω απ’ τους δείκτες, περιμένουν με αγωνία να δουν τι χρόνο θα γράψει ο παράτολμος άντρας που την πιλοτάρει. Προς μεγάλη τους απογοήτευση διαπιστώνουν πως η ομάδα της Maserati, το αντίπαλο δέος από την Bologna που εδρεύει πια στη δική τους πόλη (από το 1940 που την εγκατέστησε εκεί η οικογένεια Orsi) έχει μόλις σπάσει το ρεκόρ γύρου της πίστας. Ο Ferrari και οι άντρες του πρέπει τώρα να ξεπλύνουν την ντροπή...
 
Παρόλο που η σκηνή στην εκκλησία αποτελεί προϊόν φαντασίας του σκηνοθέτη της ταινίας «Ferrari» (η Maserati είχε όντως κλέψει το ρεκόρ γύρου από τη Ferrari εκείνη την άνοιξη του 1957) οφείλω να ομολογήσω πως είναι η αγαπημένη μου, μιας και περιγράφει τέλεια πιστεύω το πάθος (την εμμονή!) που είχαν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής με τους αγώνες. Τα όνειρά τους -η ζωή τους όλοκληρη- κρεμόταν από ένα χρονόμετρο του οποίου οι δείχτες συχνά βρίσκονταν στα χέρια ενός άβγαλτου νεαρού πιλότου, ο οποίος ακροβατούσε μονίμως ανάμεσα στη δόξα και στην καταστροφή.
 
Κι όμως, δεν ήταν παραμύθι. Υπήρχαν εποχές κατά τις οποίες ένας άσημος ερασιτέχνης οδηγός αγώνων μπορούσε να βρει το δρόμο του προς τη Formula 1 και να εκπροσωπήσει ακόμη και τη Scuderia Ferrari στις πίστες του πλανήτη. Όσοι είχαν το χρήμα για να αγοράσουν ένα από τα σπορ οχήματα του Enzo Ferrari μπορούσαν να μπουν στη λίστα των υποψηφίων. Αρκεί να τους συμπαθούσε ο «Δράκος του Maranello» και να διέθεταν, όπως ο ίδιος τόνιζε πάντοτε, «talento naturale».
 
Ένας απ’ αυτούς που δοκίμασαν να φτιάξουν την τύχη τους με αυτόν τον τρόπο τη δεκαετία του ’50 ήταν ο Eugenio Castellotti, με καταγωγή από τον δήμο Lodi της βόρειας Ιταλίας, ο οποίος ονειρευόταν να γίνει ο επόμενος Alberto Ascari, διπλός πρωταθλητής της Ferrari και ως εκ τούτου τίποτα λιγότερο από εθνικός ήρωας της χώρας.
 
Παρόλο που ο Castellotti (γεννημένος σαν σήμερα το 1930) δεν ήταν προικισμένος με το χάρισμα του Ascari (ο οποίος παραμένει μέχρι σήμερα ο τελευταίος Ιταλός που κατέκτησε τον τίτλο της F1 το μακρινό 1953) υπήρχαν μέρες που ο ίδιος μεγαλουργούσε πίσω από το τιμόνι, όπως ακριβώς έκανε το 1955 στο πριγκιπάτο του Μονακό, όπου τερμάτισε δεύτερος, στο δεύτερο μόλις Grand Prix της καριέρας του.
 
Στον επόμενο κιόλας αγώνα, στη γνήσια και τρομακτική πίστα του Spa, ο 24χρονος Ιταλός κατάφερε να «πετάξει» με την πανέμορφη Lancia D50 του μέσα στο δάσος των Αρδεννών και να κλέψει μαζί της το pole position από την τεχνολογικά ανώτερη Mercedes του γίγαντα Fangio (σταματώντας μάλιστα τα χρονόμετρα μισό δευτερόλεπτο νωρίτερα από τον Αργεντινό «Μαέστρο» της οδήγησης) με τον Castellotti να μιμείται με τον τρόπο αυτό τον Ιάσωνα, ο οποίος έκλεψε το Χρυσόμαλλο δέρας από το δράκο. Το όλο ανδραγάθημα άρεσε σίγουρα στον… Δράκο του Maranello, ο οποίος κατάφερε με τη σειρά του να κλέψει τον ίδιο τον Castellotti μέχρι το επόμενο Grand Prix στη Zandvoort και να τον βάλει πίσω από το τιμόνι μιας από τις δικές του -λιγότερο αποτελεσματικές δυστυχώς- βολίδες.
 
Η οδήγηση του Castellotti στο βροχερό Mille Miglia του 1956 (τον είδαν να οδηγεί μέχρι και πάνω στα πεζοδρόμια της Ρώμης προκειμένου να αποφύγει το πλήθος που έμπαινε στις στράτες της «Αιώνιας Πόλης») αποτελεί, κατά τη δική μου άποψη, ένα από τα πιο αριστουργηματικά επιτεύγματα στα χρονικά των αγώνων αυτοκινήτου, με τον ίδιο να ρισκάρει για χίλια μίλια τη ζωή του μέχρι τη στιγμή που πέρασε τελικά τη γραμμή του τέρματος θριαμβευτής.
 
Στην ταινία «Ferrari», όπως και στην πραγματική ζωή, ο Castellotti -που καταφθάνει άρον άρον από τη Φλωρεντία στη Modena προκειμένου να πάρει πίσω το αίμα της Ferrari- δεν καταφέρνει τελικά να ξεπλύνει την ντροπή της ομάδας του, μιας και βρίσκει φρικτό θάνατο ενώσω προσπαθεί να το κάνει. Σε αυτή την περίπτωση, τα χρονόμετρα πάντοτε πάγωναν και τα όνειρα -η ζωή τους ολόκληρη- γκρεμίζονταν, μιας και ο ακροβάτης γλιστρούσε απ’ το σχοινί της δόξας και κατέληγε στα σαγόνια της καταστροφής._Δημήτρης Γιόκκας
 
Περισσότερα για τη συγκλονιστική ζωή του Castellotti μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο μου "Ύμνος στην Ταχύτητα".