Kinto Factory, η νέα υπηρεσία της Toyota
Η Toyota λανσάρει αρχικά στην Ιαπωνία, και εν συνεχεία σε άλλες αγορές, την υπηρεσία Kinto Factory, η οποία θα φροντίζει για την αναβάθμιση μοντέλων της μάρκας τόσο στο hardware όσο και στο software.
Η Kinto αποτελεί, όπως επισήμως είχε ανακοινωθεί στα τέλη του 2019, ένα νέο εμπορικό σήμα υπό τη σκέπη της Toyota το οποίο είναι εστιασμένο στην παροχή υπηρεσιών στον τομέα της σύγχρονης κινητικότητας.
Μέσω των υφιστάμενων στην Ευρώπη προγραμμάτων της (Kinto One, Kinto Share, Kinto Join, Kinto Flex), οι πελάτες της Kinto απολαμβάνουν, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες μίσθωσης με ή χωρίς συνδρομή που παρέχουν σημαντικές διευκολύνσεις στην ιδιοκτησία ενός οχήματος, κοινής χρήσης (car–share) υβριδικών οχημάτων, καθώς και πρόσθετες παροχές carpooling που «συνδέουν» τους εργαζόμενους που επιθυμούν να μοιραστούν την καθημερινή διαδρομή προς την εργασία.
Σήμερα, η Toyota πραγματοποιεί το επόμενο βήμα ανακοινώνοντας τη δημιουργία του Kinto Factory, αρχικά στην Ιαπωνία, το οποίο θα προσφέρει βελτιώσεις και ενημερώσεις σε hardware και sofotware σε αυτοκίνητα της μάρκας στο πλαίσιο της διαπίστωσης του Ιάπωνα κατασκευαστή ότι οι πελάτες κρατούν πλέον στην κατοχή τους όλο και περισσότερο τα οχήματά τους.
Η υπηρεσία Kinto Factory θα ξεκινήσει στα τέλη Ιανουαρίου και θα προσφέρει στα οχήματα της Toyota μέχρι και ανανεωμένο εσωτερικό διάκοσμο σε ορισμένα από αυτά.
Αν μη τι άλλο, η Toyota, όπως και πολλοί άλλοι πρωταγωνιστές της παγκόσμιας αυτοκινητικής σκακιέρας, επιχειρεί να μετασχηματιστεί από παραδοσιακός κατασκευαστής και πωλητής αυτοκινήτων σε μια εταιρεία κινητικότητας που θα βασίζεται περισσότερο στις υπηρεσίες που προσφέρει.
Ο πρόεδρος του Kinto, Shinya Kodera, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι για λόγους βιωσιμότητας, είναι καλύτερο τα αυτοκίνητα να «χρησιμοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα και να βρίσκονται σε καλή κατάσταση, και τελικά να ανακυκλώνονται».
Προς ώρας πάντως η ανταπόκριση του κοινού υπό τη μορφή συνδρομών στις υπηρεσίες που προσφέρει η Kinto είναι «κατά τι μικρότερη από την αναμενόμενη», καθώς από τα τέλη του 2019 μέχρι και σήμερα οι ενδιαφερόμενοι φτάνουν μόλις τους 28.000.