
100 χρόνια Spa! Όλα ξεκίνησαν κάπως έτσι…

Πριν από έναν αιώνα στο Spa, όταν φιλοξενήθηκε για πρώτη φορά ένα Grand Prix στην πίστα που σήμερα αποτελεί την πιο συναρπαστική αρένα ταχύτητας στον πλανήτη, η Alfa Romeo μαγείρεψε το πιο καυτό πιάτο της νίκης, ταπεινώνοντας τους αντιπάλους της με τον πιο αποστομωτικό τρόπο. Ο Δημήτρης Γιόκκας μας ταξιδεύει πίσω στο χρόνο, ζωντανεύοντας τις εικόνες του παρελθόντος.
Οι δύο βαμμένες με το χρώμα του αίματος βολίδες βγαίνουν από τη φουρκέτα La Source και επιταχύνουν βιαστικές προς τον πάτο της Eau Rouge, τραντάζοντας το δρόμο καθώς ξεφυσούν από τις εξατμίσεις τους εκείνο το εθιστικό άρωμα βενζίνης.
Η ευωδιά αυτή αναμειγνύεται με τις ρητίνες, τους κορμούς και τις υγρές φυλλωσιές των δέντρων, ποτίζοντας τον αέρα του πανέμορφου δάσους των Αρδεννών με το άγιο λιβάνι της ταχύτητας. Πρόκειται για μια συμφιλίωση ανάμεσα στο ανθρώπινο πάθος και στην αιώνια σιωπή των δέντρων, όπου η μηχανή δεν βεβηλώνει, αλλά εξομολογείται.
Συνεχίζοντας το δρόμο τους σε αυτό το φυσικό αμφιθέατρο της ταχύτητας -εκεί όπου άλλοτε ακουγόταν μόνο το κουδούνισμα από τα κοπάδια και το θρόισμα των δέντρων- οι δύο βολίδες της Alfa Romeo, που δείχνουν να μονοπωλούν τους αγώνες Grand Prix με τον ίδιο τρόπο που οι δύο «παπάγια» McLaren διεκδικούν φέτος σε κάθε αγώνα τις δάφνες της νίκης, κατηφορίζουν προς την τρομακτική Burnenville, παλιά στροφή της πίστας, η οποία κάνει τη σημερινή Eau Rouge να μοιάζει, συγκριτικά, με τσουλήθρα της παιδικής χαράς.
Δεν αργούν να βρεθούν στην ατέλειωτη ευθεία Masta, φτάνοντας έτσι στο πιο απόμακρο σημείο της νέας αυτής πίστας «μαμούθ» του Βελγίου -μήκους 14 χιλιομέτρων- η οποία περνά μέσα από τρία γραφικά χωριά: Francorchamps, Malmedy και Stavelot, δημιουργώντας ένα «τρίγωνο του τρόμου». Ένα τρίγωνο που οι πιλότοι θα χρειαστεί να διανύσουν 54 φορές αυτό το απόγευμα, καλύπτοντας συνολικά 810 χιλιόμετρα.
Παρόλο που βρίσκονται πέντε σχεδόν χιλιόμετρα μακριά –στη μέση περίπου της Masta– ο ήχος των οκτακύλινδρων κινητήρων των δύο υπέροχων Alfa Romeo P2, που ακουμπούν τα 200 χλμ./ώρα, είναι ακόμη καθαρός και κοφτερός σαν μαχαίρι που σκίζει τον αέρα πάνω από τα pits. Τόσο μπροστά από τις υπόλοιπες βολίδες έχουν ξεχωρίσει οι δύο γενναίοι άντρες που τις πιλοτάρουν (ο μεγάλος Antonio Ascari και ο εκρηκτικός Giuseppe Campari, τραγουδιστής της όπερας και δεξιοτέχνης του βολάν) που το πλήθος στην εξέδρα απέναντι από τα pits, νιώθοντας πως του έχει κλαπεί το θέαμα, αρχίζει να αποδοκιμάζει την ιταλική ομάδα.
Ο μεγάλος Antonio Ascari οδηγεί την πρώτη κούρσα στο Spa με την υπέροχη Alfa Romeo P2
Ο Vittorio Jano, επικεφαλής σχεδιαστής της Alfa Romeo και δημιουργός κάθε μηχανολογικού θαύματος που φορά το τετράφυλλο (ο Newey της εποχής του), δίνει φυσικά το παρών στο Spa. H ιδιοφυΐα του μοιάζει να αιωρείται πάνω απ’ το κάθε τι, σαν αόρατο κράμα που ενώνει τη μηχανή με τη νίκη.
Όταν κάποτε ένας συνάδελφος τον ρώτησε πώς εξασφαλίζει εκείνη την τρομακτική δύναμη και σχεδόν μεταφυσική αντοχή στους κινητήρες του, ο Jano δεν μπήκε σε τεχνικές αναλύσεις. Ζήτησε μονάχα από τους μηχανικούς της Alfa να σηκώσουν στον αέρα τον άξονα, τοποθέτησε ένα τούβλο πάνω στο πετάλι του γκαζιού, και πριν απομακρυνθεί ήρεμος για το μεσημεριανό του, ψιθύρισε: «Όταν γυρίσουμε, θα καταλάβεις».
Τώρα όμως, ακούγοντας τις διαμαρτυρίες στην κερκίδα, ο αρχηγός της Alfa, με ουγγρική ψυχή σφυρηλατημένη στη φωτιά της μηχανικής, καρφώνει το βλέμμα του στο πλήθος με μια παγωμένη, σχεδόν επικίνδυνη σιωπή. Τα μάτια του δεν έχουν ίχνος συγγνώμης -μονάχα απορία και οργή, σαν να μην καταλαβαίνει πώς το θράσος της μετριότητας τολμά να αμφισβητεί την καθαρότητα της ιδιοφυΐας. Στρίβει αργά, σχεδόν τελετουργικά, το μουστάκι του και χωρίς να πει λέξη, εξαφανίζεται στο πίσω μέρος του γκαράζ.
Όχι για γεύμα. Αυτή τη φορά, πάει για να μαγειρέψει κάτι άλλο.
Ο μεγάλος Vittorio Jano. Ο αρχιτέκτονας της Alfa Romeo, που σμίλεψε το πάθος με την τέχνη
Με λίγους μόνο γύρους να απομένουν τώρα, οι δύο Alfa, ειδοποιημένες από τους μηχανικούς της ομάδας -κατόπιν εντολής του Jano- εισέρχονται στα pits. Κανείς δεν δείχνει να βιάζεται, ούτε να ιδρώνει. Οι μηχανικοί δεν βάζουν μήτε βενζίνη στο ντεπόζιτό τους, μήτε αλλάζουν λάστιχα. Βγάζουν έξω τα ξεσκονόπανα και τα σφουγγάρια, για ένα τελευταίο φρεσκάρισμα πριν από τη νίκη -ένα τελετουργικό καθαριότητας, σχεδόν ειρωνικό.
Το πλήθος αναταράσσεται, μερικοί ξεσπούν σε σκόρπια χειροκροτήματα και χάχανα, ενώ άλλοι αποδοκιμάζουν φωναχτά. Οι πιο ψύχραιμοι απλώς σιωπούν, κοιτώντας τις σκηνές σαν να μην πιστεύουν ότι αυτό που βλέπουν είναι αληθινό. Κι όσο τα κόκκινα μονοθέσια γυαλίζονται κάτω από τον ήλιο, το αλάτι στάζει αργά και βασανιστικά στις πληγές των αντίπαλων ομάδων. Όχι επειδή νικήθηκαν, μα επειδή δεν αμφισβητήθηκε ποτέ πως θα νικηθούν.
Η καταρράκωση και το ξεγύμνωμα δεν τελειώνουν όμως εκεί…
Ο Jano επιστρέφει από το γκαράζ, κρατώντας στα χέρια ένα μεγάλο τραπέζι, το οποίο στήνει επιδεικτικά στον διάδρομο των pits, μπροστά στα μάτια όλων. Αφού βολεύεται σε μια καρέκλα, δένει στο λαιμό μια λευκή πετσέτα, σαν αρχοντόγερος στην αυλή της Τοσκάνης, και καλεί τους δύο του πιλότους να τον πλαισιώσουν. Σε λίγα δευτερόλεπτα, τα πιάτα γεμίζουν με αχνιστή μακαρονάδα al dente, πασπαλισμένη με μπόλικο Parmigiano Reggiano και περιχυμένη με ελαιόλαδο από τις πλαγιές της Λιγουρίας!
Και ενώ οι μηχανικοί της ομάδας συνεχίζουν ατάραχοι να γυαλίζουν τις δύο Alfa, οι μεγάλοι ήρωες της ημέρας -ο Jano, ο Ascari και ο χοντρόσωμος καλοφαγάς Campari με τις τεράστιες μπουκιές και τα μουγκρητά ευχαρίστησης- δειπνούν μπροστά σε όλο τον κόσμο.
Αφού σκουπίζουν τα χείλη, οι δύο πιλότοι επιστρέφουν στις βολίδες τους για να ολοκληρώσουν την παράσταση, έχοντας μετατρέψει το φινάλε του αγώνα σε μια ξεκάθαρη επίδειξη δύναμης, πολυτέλειας και απόλυτης υπεροχής, όπως δεν την έχει νιώσει ξανά ο κόσμος των αγώνων στα εκατό αυτά χρόνια –και ίσως να μη τη νιώσει ξανά ποτέ._Δημήτρης Γιόκκας
σ.σ. Όλα αυτά συνέβησαν στις 28 Ιουνίου του 1925, στο πρώτο Grand Prix που φιλοξένησε η υπέροχη και λατρεμένη πια πίστα του Spa.
Περισσότερα στο βιβλίο μου «Ύμνος στην Ταχύτητα» - Δημήτρης Γιόκκας 2020