Συγκρίνουμε: Alfa Romo Tonale – BMW X2 – Cupra Formentor
H νέα BMW X2 καλείται να αντιμετωπίσει τη φέρελπι Alfa Romeo Tonale και το καταξιωμένο Cupra Formentor, με φόντο τις αυτόματες εκδόσεις μικρών τούρμπο κινητήρων.
Να διευκρινίσουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με τυπικά SUV, αλλά με πιο «κουπεδοειδείς» crossover παραλλαγές. Αυτό οφείλεται κυρίως στην BMW, η οποία, πέρα από την τυπική Χ1, διαθέτει την κουπέ Χ2, την οποία παραδοσιακά κατηγοριοποιεί ως «SAC» (Sport Activity Coupe). Απέναντί της δε θα μπορούσε παρά να βρεθεί η αδυναμία μας (αλλά και τόσων οδηγών, όπως αποδεικνύει η εμπορική του πορεία), το Cupra Formentror, ενώ δικαιωματικά η Alfa Romeo Tonale καπαρώνει μία θέση εδώ, αφού η σχεδίαση του δικού μας Αλέξανδρου Λιώκη, μόνο σε τυπικό SUV δεν παραπέμπει.
Άλλωστε, οι σχέσεις αυτών των τριών μοντέλων είναι άρρηκτα συνδεδεμένες στις συγκριτικές μας δοκιμές. Τον Αύγουστο του 2021 η προηγούμενη BMW X2 υποδεχόταν το νεοφερμένο τότε Formentor, ενώ ένα χρόνο αργότερα ήταν η σειρά του τελευταίου να υποδεχθεί τη νεοφερμένη Tonale.
Η εμφάνιση και η οφθαλμαπάτη της Χ2
Αντικρίζοντας για πρώτη φορά την Χ2, δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι είναι το αδελφάκι της Χ1. Μπορεί τώρα πια να έχει εναρμονιστεί στη λογική των Χ3/Χ4 και Χ5/Χ6, οι μεγαλύτερες διαστάσεις όμως σου δίνουν την εντύπωση ότι η Χ2 άνετα θα μπορούσε να ανήκει σε μεγαλύτερη κατηγορία, μιας και τη χωρίζουν λιγότερο από 150 χλστ. από τη μεγαλύτερη Χ4.
Εκτός όμως από τις διαστάσεις, το χαρακτηριστικότερο στοιχείο αυτής της νέας γενιάς έχει να κάνει με τη σιλουέτα, η οποία αποστασιοποιείται από το κάτι σαν υπερυψωμένο χάτσμπακ της προηγούμενης γενιάς. Καταλυτική είναι η οπτική συνεισφορά της ουράς, όπου έχει μεγαλώσει πλέον η κλίση στις πίσω κολόνες δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια fastback σιλουέτα και ένα σχήμα περίπου 2,5 όγκων.
Αυτό βέβαια από μόνο του δεν εξασφαλίζει την απόλυτη κομψότητα, τουλάχιστον με την ίδια ευχέρεια που το καταφέρνουν Tonale και Formentor. Θα έλεγε κανείς ότι η νέα Χ2 προσπαθεί πρώτα από όλα να υποστηρίξει έναν macho χαρακτήρα μέσα από: τη σχεδόν εξάγωνη μάσκα νεφρών (η οποία στο δικό μας αυτοκίνητο διέθετε τον προαιρετικό φωτισμό περιγράμματος BMW Iconic Glow), τους έντονα προτεταμένους θόλους των πίσω τροχών και τον πίσω προφυλακτήρα με τις έντονες ακμές και τα μεγάλα πλαίσια, που καμουφλάρουν τις απολήξεις των εξατμίσεων.
Αν όλα αυτά δε σας φαίνονται αρκετά, τότε υπάρχει το οπτικό μπουστάρισμα των έξτρα πακέτων (στο αυτοκίνητο της δοκιμής υπήρχε τόσο το M Sport Package των περίπου 2.000 ευρώ όσο και το M Sport Package Pro των περίπου 1.600 ευρώ, τα οποία τονίζουν τις λεπτομέρειες του εξωτερικού, όσο και του εσωτερικού διακόσμου), το απαστράπτον μεταλλικό χρώμα Frozem (mat) Portimao Blue, αλλά και οι 20άρες ζάντες.
Είναι η Alfa όμως αυτή που ξυπνά το συναίσθημα, καθώς η Tonale αποτίνει φόρο τιμής στο παρελθόν της μάρκας σχεδόν με κάθε σχεδιαστική της λεπτομέρεια εντός και εκτός, την ώρα που στο χαμηλό και φαρδύ ισπανικό αμάξωμα, το σχεδιαστικό εύρημα που τονίζει το δυναμισμό του Formentor είναι οι έντονες πτυχώσεις στην ουρά.
Μάλιστα, οι εξελίξεις μας πρόλαβαν, αφού μέχρι να δημοσιευθεί η συγκεκριμένη δοκιμή, η Cupra παρουσίασε το ανανεωμένο Formentor, με διάφορες μικροαλλαγές σε φώτα, προφυλακτήρες και ζάντες.
Σε ανάλογο μήκος κύματος βρίσκονται και οι εντυπώσεις από το εσωτερικό. Εδώ, στην περίπτωση των Βαυαρών, σε αντίθεση με τη διαφορετικότητα στην εξωτερική εμφάνιση, η εσωτερική συγγένεια με την Χ1 είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Η νέα BMW X2 διαθέτει την πιο εξελιγμένη έκδοση του συστήματος απεικόνισης και ελέγχου/λειτουργίας BMW iDrive, που βασίζεται στην ένατη γενιά του λειτουργικού συστήματος της βαυαρικής εταιρείας. Μπορεί να έχουμε συνηθίσει πια τη λογική χειρισμού της κεντρικής οθόνης, αλλά κάπου είναι υπερβολική και αποσπά την προσοχή η χρήση όλων αυτών των εικονιδίων.
Πάντοτε εντυπωσιακός ο ενιαίος πίνακας Curved Display, αλλά στα υπόλοιπα στοιχεία του ταμπλό θα θέλαμε κάτι διαφορετικό, που να υποστηρίζει καλύτερα τον σπορτίφ χαρακτήρα της Χ2. Καλοδεχούμενη η πρακτικότητα του αιωρούμενου υποβραχιονίου και της κεκλιμένης κονσόλας με τη λαβή στερέωσης για το τηλέφωνο, θα επιθυμούσαμε όμως μια άλλη διαρρύθμιση και, γιατί όχι, κι έναν αλλιώτικο επιλογέα κιβωτίου (όπως για παράδειγμα στη Σειρά 1).
Τουλάχιστον αυτός ο χαρακτήρας υποστηρίζεται εδώ από τις επιλογές στα υλικά και στις επενδύσεις, όπου ειδικά ο συγκεκριμένος συνδυασμός δέρματος και αλκαντάρα με τις μπλε ραφές δίνει το στίγμα, με αποκορύφωμα τα μονοκόμματα μπάκετ καθίσματα (ανήκουν στο πακέτο Μ) με την εξαιρετική στήριξη για το σώμα.
Η Tonale και πάλι προκαλεί το συναίσθημα. Μπορεί η multimedia οθόνη να μην είναι άμεμπτη (αν και σαφώς λειτουργικά καλύτερη από εκείνη της Giulia), έχεις όμως άλλα καλούδια να ασχολείσαι.
Έχεις μόνιμα επιλεγμένη τη ρετρό απεικόνιση στον ψηφιακό πίνακα οργάνων (που ταιριάζει γάντι με το χαρακτηριστικό σχήμα Cannocchiale της καλύπτρας) να σου φέρνει στο μυαλό κάτι από Giulia του (προ)χθές και δε σταματάς να ασχολείσαι διαρκώς με τα πανέμορφα paddles του κιβωτίου στο τιμόνι, που φέρνουν στο νου κάτι από την Giulia του σήμερα.
Το Formentor, από την πλευρά του, δεν έχει να ζηλέψει και πολλά, τουλάχιστον αν μιλάμε για την ποιότητα και συναρμογή που συναντήσαμε τόσο στην Χ2 όσο και στην Tonale. Καλοδεχούμενες οι δυνατότητες παραμετροποίησης του πίνακα οργάνων, αλλά αν ήταν να «χρεώσεις» κάτι στους Ισπανούς, είναι ότι η έμπνευσή τους εξαντλήθηκε στο σχεδιασμό του αμαξώματος, αφού μέσα θα θέλαμε περισσότερη τόλμη, μιας και υπάρχει διάχυτη η αυστηρή και μουντή προσέγγιση του γερμανικού γκρουπ. Για να καταλάβει κανείς τι εννοούμε, αρκεί να ρίξει μία ματιά στο Tavascan (και μετά στο ID.5), ενώ δεν έχουμε παρά να περιμένουμε το ανανεωμένο Formentor, με κυριότερη αλλαγή τη μεγαλύτερη κεντρική οθόνη.
Εκεί όπου το Formentor συνεχίζει να ξεχωρίζει, όσο φιλότιμη προσπάθεια κι αν έχει κάνει η Alfa Romeo με τα χωστά καθίσματα της Tonale, είναι στη θέση οδήγησης. Κάθεσαι ιδανικά στα μονοκόμματα καθίσματα του ισπανικού μοντέλου που σε φέρνουν μία ιδέα πιο κοντά στην άσφαλτο (όταν στην Χ2, παρά τα εξαιρετικά καθίσματα του πακέτου Μ, βρίσκεσαι μία ιδέα πιο μακριά από την άσφαλτο), ενώ αντικρίζεις μέσα από το μακρόστενο παρμπρίζ αυτήν τη χαρακτηριστική εικόνα που δημιουργεί το ιδιαίτερα φαρδύ εμπρός καπό με τις πτυχώσεις.
Απροσδόκητα ικανοποιητική είναι η ευρυχωρία των τριών αμαξωμάτων για όλους τους επιβάτες, και ειδικότερα για τους πίσω. Με αφετηρία το Formentor, όπου ενοχλεί κάπως το ογκώδες κεντρικό τούνελ της μετάδοσης, οι πίσω θα καθίσουν πιο άνετα στην Tonale και ακόμα περισσότερο στην «πρησμένων» διαστάσεων Χ2.
Για τον ίδιο λόγο, η τελευταία κερδίζει στο νήμα την επικράτηση στο χώρο αποσκευών έναντι της Tonale (αν και οι λιγότερο κεκλιμένες πίσω κολόνες δίνουν στην Tοnale σημαντικό προβάδισμα στη μέγιστη χωρητικότητα όταν ανακλιθεί η πλάτη των πίσω καθισμάτων, σε σύγκριση με την πιο κουπέ Χ2 και ξεκάθαρα έναντι του Formentor).
Οι κινητήρες και η οδική συμπεριφορά
Μια μάλλον απρόσμενη ταύτιση χαρακτηριστικών παρατηρείται καθώς ανατρέχεις στα σχετικά στοιχεία. Κάτω από το καπό βρίσκονται κινητήρες 1,5 λίτρου (εκείνος της BMW έχει έναν κύλινδρο λιγότερο, ενώ στην Tonale o στροβυλοσυμπιεστής έχει πτερύγια μεταβλητής γεωμετρίας) που μεταφέρουν την κίνηση στους εμπρός τροχούς μέσω αυτόματων κιβωτίων διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων. Γερμανοί και Ιταλοί ακολουθούν το πνεύμα των καιρών, εξηλεκτρίζοντας τα συστήματα κίνησης με 48V μικροϋβριδικό κύκλωμα.
Το χαμηλής ισχύος ηλεκτρικό μοτέρ (19 ίππων στην Χ2 και 20 ίππων στην Tonale) έχει επικουρικό ρόλο, χωρίς δυνατότητα αμιγούς ηλεκτροκίνησης (εκτός από την πολύ ήπια εκκίνηση από στάση και το ρολάρισμα σε κατωφέρειες), και αξιοποιείται για την ανάκτηση ενέργειας κατά την πέδηση, ενισχύοντας τον κινητήρα εσωτερικής καύσης στις επιταχύνσεις.
Το συγκεκριμένο Formentor δε διέθετε κάποιο ανάλογο υβριδικό σύστημα, κάτι που όμως θα αλλάξει στο επερχόμενο ανανεωμένο μοντέλο, το οποίο υιοθετεί σε αυτή την έκδοση την τεχνολογία eTSI του γερμανικού γκρουπ. Σε αυτό το σημείο θα υπενθυμίσουμε ότι τέτοια μικροϋβριδικά συστήματα μπορούν να προσφέρουν ένα μικρό όφελος στην κατανάλωση (της τάξης του μισού λίτρου ανά 100 χλμ.), αλλά δεν μπορούν να είναι εξίσου αποτελεσματικά με full hybrid συστήματα.
Στην προκειμένη περίπτωση οι διαφορές στην κατανάλωση είναι μικρές, με την X2 και την Tonale να τα καταφέρνουν ελαφρώς καλύτερα, όντας γύρω στα 8 λτ./100 χλμ., τη στιγμή που το μη εξηλεκτρισμένο Formentor βρίσκεται στα 8,7 λτ./100 χλμ. Στις επιδόσεις, με δεδομένο το παραπλήσιο βάρος των Χ2 και Tonale (1.645 και 1.600 κιλά, αντίστοιχα), όταν το Formentor αποδεικνύεται ελαφρύτερο με 1.458 κιλά, δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές, με το χρονόμετρο να σταματάει στα 8,1, τα 8,4 και τα 8,7 δλ. αντίστοιχα για Χ2, Tonale και Formentor.
Εκτός όμως από την ψυχρή γλώσσα των αριθμών, υπάρχει και η αίσθηση, με τις πρώτες εντυπώσεις να έρχονται από το κιβώτιο. Εδώ η Χ2 έχει προβάδισμα, μιας και η υλοποίηση των Γερμανών μπορεί να προσαρμόζεται με αποτελεσματικότητα σε όλες τις συνθήκες. Ανάλογα και με το πρόγραμμα που θα επιλέξει ο οδηγός μέσω του διακόπτη του My Modes, οι αλλαγές σχέσεων μπορεί να γίνονται σε χαμηλές σ.α.λ., δίνοντας προτεραιότητα στην οικονομία (πρόγραμμα Efficiency) ή σε πιο υψηλές σ.α.λ. (πρόγραμμα Sport), πάντοτε όμως με έναν ομαλό τρόπο, χωρίς κομπιάσματα ή απότομες αντιδράσεις. Αντίστοιχα προγράμματα έχει και το Formentor, αλλά το DSG δείχνει κάπως πιο απότομο στην απόκριση, ειδικά σε χαμηλές ταχύτητες.
Η περίπτωση της Tonale είναι διαφορετική. Το σύστημά της εκκινεί πάντοτε στο Normal πρόγραμμα (Ν) και νιώθεις ότι κάτι τρέχει. Η απόκριση είναι διστακτική, υπάρχουν αρκετά κομπιάσματα στις αλλαγές και στη συνεργασία με το ηλεκτρικό μοτέρ, και αν πατήσεις πιο βαθιά το γκάζι η αλλαγή αρκεί και το μούγκρισμα του κινητήρα είναι αναπόφευκτο.
Στρίβεις το διακόπτη του DNA στο (D) και, ως εκ θαύματος, όλα μπαίνουν στη θέση τους και λειτουργούν όπως πρέπει, με μια μικρή αύξηση στην κατανάλωση καθώς περιορίζεται η υβριδική λειτουργία. Μοναδική εξαίρεση είναι ο ήχος ή, για να ακριβολογούμε, η έλλειψή του, μιας και ύστερα από το πέρασμα τόσων ετών συνεχίζουμε να αποζητάμε εκείνη την ιδιαίτερη χροιά των αξέχαστων Twin Spark (μιλάμε πάντα για 4κύλινδρους, μιας και η ηχητική πανδαισία του V6 παραμένει αξεπέραστη).
Την ίδια στιγμή ο ταπεινός 3κύλινδρος της Χ2 παράγει έναν ήχο που δεν τον λες και εθιστικό, αλλά μπορεί να φανεί ευχάριστος σε γρήγορους ρυθμούς. Πάντως δεν είναι διόλου δύσκολο να παρασυρθείς με αυτήν τη «βαρυφορτωμένη» Χ2. Μπορεί η δική μας να μη διέθετε το ηλεκτρονικό σύστημα απόσβεσης, όμως οι σφιχτές ρυθμίσεις της ανάρτησης του πακέτου «Μ» και οι θηριώδεις 20άρηδες τροχοί εξασφαλίζουν άφθονη πρόσφυση και αμεσότητα στις εντολές του τιμονιού. Παρά το βάρος, τον όγκο και την απόσταση από το έδαφος, η Χ2 μπορεί να κινηθεί ταχύτατα, διατηρώντας τη φόρα της μέσα στη στροφή και εμπνέοντας απόλυτη εμπιστοσύνη, χάρη και στο πολύ καλό σε αίσθηση τιμόνι, ενώ τα φρένα στέκονται στο ύψος των περιστάσεων.
Όλα αυτά έχουν ένα αναπόφευκτο κόστος σε άνεση, ειδικά σε κακοσυντηρημένους δρόμους, χωρίς πάντως αυτό να σημαίνει ότι η ποιότητα κύλισης υποφέρει. Με τροχούς λογικότερης διάστασης ή, ακόμα καλύτερα, και με την ηλεκτρονική ανάρτηση, η νέα BMW X2 θεωρούμε ότι δε θα αφήσει κανέναν παραπονεμένο.
Το ίδιο περίπου ισχύει και για το Formentor, το οποίο προσφέρει ωραία κύλιση που επωφελείται από τις «αφράτες» ρυθμίσεις, με απόλυτα κοντρολαρισμένες όμως κλίσεις του αμαξώματος. Η οδική συμπεριφορά του Ισπανού διατηρεί εκείνες τις ευχάριστες και διασκεδαστικές τάσεις της ουράς που είχαμε συναντήσει και στο Cupra Formentor VZ των 300+ ίππων, που (ευτυχώς) δε φιμώνονται τελείως από την καλορυθμισμένη επιλογή Sport του ESP και ελέγχονται εύκολα από το ωραίο σε αίσθηση τιμόνι.Μπορεί να υπάρχουν τα «ενισχυμένα» προγράμματα οδήγησης (Sport) και (Cupra), αλλά ακόμα και στο Comfort η δουλειά γίνεται μια χαρά.
Στην Tonale, όπως προείπαμε, ο διακόπτης του DNA μάλλον πρέπει να αποτελεί προέκταση του δεξιού χεριού του οδηγού. Το χλωμό «Ν» επηρεάζει τη διάθεση του οδηγού, κάτι που έχει προεκτάσεις και στην οδήγηση. Περνάς με συνοπτικές διαδικασίες στο «D», όπου όλα φαίνονται να συντονίζονται σε Alfa Romeo ρυθμούς, και τα μόνα που αποζητάς είναι: περισσότερη ακρίβεια από το τιμόνι και την έκδοση Veloce με τα ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ.
Αν συνεχίζεις να έχεις αμφιβολίες για την οδική αποτελεσματικότητα της Tonale, δεν έχεις παρά να ξαναπεριστρέψεις τον DNA διακόπτη απενεργοποιώντας τον ηλεκτρονικό φύλακα-άγγελο (αχ και να γινόταν το ίδιο και στην Giulia…), αφού όσο δύσκολα και αν της βάλεις, η Ιταλίδα δε θα δυσανασχετήσει, ούτε θα σε κάνει να ιδρώσεις. Πραγματικά αξίζουν συγχαρητήρια στους μηχανικούς που κατάφεραν να φτάσουν σε αυτό το αποτέλεσμα, με σημείο εκκίνησης τη «φορτηγίσια» πλατφόρμα των Compass/Wrangler.
Τελικά υπάρχει λύση
Το ζητούμενο λοιπόν της συγκεκριμένης συγκριτικής δοκιμής, αφορά στην εύρεση μιας premium σπορτίφ εναλλακτικής απέναντι στα κάθε λογής C–SUV και η αλήθεια είναι πως και τα τρία αυτοκίνητα της δοκιμής μας προσφέρουν τη λύση ανάλογα με το ποιες είναι οι απαιτήσεις του αγοραστή.
ALFA ROMEO TONALE 160 TCT
ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΙΝΗΣΗΣ: β/κ + 48V mhev >ΚΥΒΙΣΜΟΣ (β/κ): 1.469 κ.εκ. >ΙΣΧΥΣ (β/κ): 160 ίπποι >ΡΟΠΗ (β/κ): 240 Nm >ΙΣΧΥΣ (η/κ): 20 ίπποι >ΡΟΠΗ (η/κ): 55 Nm >ΣΥΝΔΥΑΣΤΙΚΗ ΙΣΧΥΣ: 160 ίπποι >ΣΥΝΔΥΑΣΤΙΚΗ ΡΟΠΗ: 240 Nm >ΚΙΝΗΣΗ: Στους εμπρός τροχούς >KΙΒΩΤΙΟ: Αυτόματο διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων >ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΕΜΠΡΟΣ: Γόνατα ΜακΦέρσον >ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΙΣΩ: Γόνατα με εγκάρσιους βραχίονες >ΜΗΚ.xΠΛ.xΥΨ.: 4.528×1.841×1.601 χλστ. >ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.636 χλστ. >ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ: 500-1.550 λίτρα >ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ: 156 χλστ. >ΒΑΡΟΣ: 1.600 κιλά >0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 8,4 δλ. >ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 210 χλμ./ώρα >ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΔΟΚΙΜΗΣ: 8,5 λτ./100 χλμ. >ΕΚΠΟΜΠΗ CO2: 130 γρ./χλμ.
BMW X2 sDrive 20 170 ps
ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΙΝΗΣΗΣ: β/κ + 48V mhev >ΚΥΒΙΣΜΟΣ (β/κ): 1.499 κ.εκ. >ΙΣΧΥΣ (β/κ): 156 ίπποι >ΡΟΠΗ (β/κ): 240 Nm >ΙΣΧΥΣ (η/κ): 19 ίπποι >ΡΟΠΗ (η/κ): 55 Nm >ΣΥΝΔΥΑΣΤΙΚΗ ΙΣΧΥΣ: 170 ίπποι >ΣΥΝΔΥΑΣΤΙΚΗ ΡΟΠΗ: 280Nm >ΚΙΝΗΣΗ: Στους εμπρός τροχούς >KΙΒΩΤΙΟ: Αυτόματο διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων >ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΕΜΠΡΟΣ: Γόνατα ΜακΦέρσον >ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΙΣΩ: Πολλαπλών συνδέσμων >ΜΗΚ.xΠΛ.xΥΨ.: 4.554x1.845x1.590 χλστ. >ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.692 χλστ. >ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ: 515-1.400 λίτρα >ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ: 207 χλστ. >ΒΑΡΟΣ: 1.645 κιλά >0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 8,3 δλ. >ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 213 χλμ./ώρα >ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΔΟΚΙΜΗΣ: 8,1 λτ./100 χλμ. >ΕΚΠΟΜΠΗ CO2: 136 γρ./χλμ.
CUPRA FORMENTOR 1.5 TSI 150 PS DSG
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: 4κύλινδρος με τούρμπο >ΚΥΒΙΣΜΟΣ: 1.498 κ.εκ. >ΙΣΧΥΣ: 150 ίπποι/5.000-6.000 σ.α.λ. >ΡΟΠΗ: 250 Nm/1.500-3.000 σ.α.λ. >KΙΒΩΤΙΟ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ: Αυτόματο διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων >ΜΗΚ.xΠΛ.xΥΨ.: 4.450×1.839×1.510 χλστ. >ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.679 χλστ. >ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΣΚΕΥΩΝ: 450 λίτρα >ΒΑΡΟΣ: 1.458 κιλά >0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 8,7 δλ. >ΤΕΛΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ: 203 χλμ./ώρα >ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΔΟΚΙΜΗΣ: 7,9 λτ./100 χλμ. >ΕΚΠΟΜΠΗ CO2: 150 γρ./χλμ.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΣΚΟΥΤΗΣ