Η πιο αιματηρή Κυριακή

Αφιερωμένο στον τεράστιο Giuseppe Campari και στα δύο άλλα παλικάρια που πότισαν με το αίμα τους την πίστα της Monza πριν από 90 χρόνια, τη 10η Σεπτεμβρίου του 1933, στη μεγαλύτερη ανθρωποθυσία που έλαβε ποτέ χώρα στο «Ναό της Ταχύτητας», για να μπορούμε όλοι εμείς σήμερα, θεατές και πιλότοι, να απολαμβάνουμε ένα ασφαλέστερο αγώνισμα.

Ο χοντρόσωμος πλην όμως λιονταρόψυχος πιλότος ανεβάζει άλλη μια ταχύτητα στο κιβώτιο της πορφυρής Alfa Romeo του, όπως μόνο αυτός ξέρει -με αστραπιαίες κινήσεις στον τεράστιο μοχλό και χωρίς να πληγώνει τα πανάρχαια γρανάζια που έφτιαξαν με τόση τέχνη και μεράκι οι μηχανολόγοι του Portello- πιλοτάροντάς την με την ίδια φινέτσα και όρεξη με την οποία καταβροχθίζει σε ένα δείπνο με φίλους τα αγαπημένα του σαλιγκάρια, προτού εστιάσει το βλέμμα του στη γιγάντια, κεκλιμένη στροφή που απλώνεται μπροστά του. Αυτήν που αντροκαλεί σε κάθε γύρο τους μονομάχους και που τώρα τον περιμένει με το στόμα διάπλατα ανοικτό.

Ο Ιταλός άσος της Scuderia Ferrari μπαίνει και βγαίνει με μαεστρία απ’ αυτήν, τη νότια κεκλιμένη στροφή, συνεχίζοντας το ταξίδι του στην αρένα ταχύτητας η οποία περνά μέσα από το πανέμορφο πάρκο της Monza. Καθώς διασχίζει τη στροφή Vialone, το μυαλό του μεγάλου αυτού βιρτουόζου του βολάν, ο οποίος ακούει στο όνομα Giuseppe Campari, στρέφεται δύο χρόνια πίσω, στο 1931, φέρνοντας στο νου τον παλιό συνάδελφό του, Luigi Arcangeli, ο οποίος, μία ακριβώς ημέρα προτού ο Campari κερδίσει το Ιταλικό Grand Prix της χρονιάς εκείνης (στο οποίο ο Arcangeli θα έπρεπε να ήταν συνοδηγός του) γλίστρησε πάνω στην πολύ γρήγορη στροφή Vialone (μεταγενέστερη variante Ascari) βγήκε εκτός πίστας, χτύπησε πάνω στα δέντρα και γλίστρησε ταυτόχρονα στον άλλο κόσμο.  

Η Alfa Romeo Tipo B monoposto, το σπουδαιότερο κομψοτέχνημα του Vittorio Jano, που «ουρλιάζει» τώρα στις μάξιμουμ στροφές καθώς ετοιμάζεται να σκαρφαλώσει πάνω στη βόρια κεκλιμένη στροφή, μοιάζει να αφήνει τη γη καθώς ο Campari έρχεται σε γωνία ενενήντα σχεδόν μοιρών από το έδαφος. Ο λιονταρόψυχος πιλότος, που σφίγγει τα δάχτυλα στο τιμόνι, βλέπει γαλάζιο ουρανό και πράσινα δέντρα να περνούν ξυστά από το κεφάλι του και καθώς οι ηλιαχτίδες του ήλιου τρεμοφέγγουν στα κλαδιά, το δεξί του μάτι έρχεται αντιμέτωπο με την πιο σουρεαλιστική εικόνα: η γκρίζα λωρίδα ασφάλτου, που τόση ώρα έτρεχε βιαστική δίπλα του, αρχίζει να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον ίδιο, μέχρι που την βλέπει -από την περίοπτη πια θέση του ανάμεσα στα πετούμενα των αιθέρων- να γίνεται μια λεπτή και ασήμαντη γραμμή κάτω στη γη.

Ενόσω εκτελεί τα εντυπωσιακά αυτά ακροβατικά στο λεγόμενο «Monza Grand Prix», το πρωινό της 10ης Σεπτεμβρίου του 1933 (το επίσημο Ιταλικό Grand Prix είναι προγραμματισμένο για το απόγευμα), η καρδιά του βαρύτονου Μιλανέζου, που αγαπά την όπερα με τον ίδιο τρόπο που αγαπά οδήγηση και καλό φαΐ, είναι διχασμένη. Οι φίλοι του στην πίστα, «νέγρο» τον αποκαλούσαν όλοι (τον είχαν δει μια φορά να βγαίνει από το πιλοτήριο καλυμμένος από την κορφή ως τα νύχια με κατάμαυρο λάδι!) δεν έχουν σταματήσει ποτέ να τον πειράζουν, λέγοντάς του: «δεν κάνεις για πιλότος, η θέση σου είναι πάνω στο σανίδι». Την ίδια ώρα, οι φίλοι που τον ακούν να τραγουδά επί σκηνής την αγαπημένη του άρια, Vesti la Giubba (από την όπερα «Παλιάτσοι» του Ruggero Leoncavallo) του λένε με μια δόση ειρωνείας: «φόρα τη ζακέτα σου, άσε την όπερα και γύρνα στις πίστες».

Ο ίδιος βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κόσμους. Η σημερινή όμως είναι η μέρα που ο τρανός αυτός βετεράνος των αγώνων, δύο φορές νικητής της θρυλικής κούρσας του Mille Miglia, καθώς και ένα από τα πρωτοπαλίκαρα της Alfa Romeo (μαζί με τον αείμνηστο Antonio Ascari, πατέρα του μεταγενέστερου πρωταθλητή της Ferrari, Alberto, υπήρξαν οι πρώτοι λαμπροί πιλότοι της ομάδας) έχει αποφασίσει να κρεμάσει για πάντα το κράνος του μετά το Ιταλικό Grand Prix και να αφοσιωθεί στο τραγούδι.

Ο Campari, που για ένα φεγγάρι ήταν παντρεμένος με τη γοητευτική σοπράνο Lina Cavalieri, εκφραζόταν πάντοτε (και στις τρεις τέχνες του: οδήγηση, τραγούδι και μαγειρική) με παράφορο πάθος, και το γεγονός ότι υπήρξε ένας από τους πρώτους πιλότους της Scuderia Ferrari, πλαισιώνει τέλεια την εικόνα στο φλογερό και συνάμα δραματικό κάδρο της ζωής του. 

Ήταν ξεκάθαρο, πως ο Enzo Ferrari τον θαύμαζε. Στα απομνημονεύματά του, ο Γέρος του Maranello περιγράφει το σθένος του Campari και την ασύγκριτη δίψα του για επιτυχία: «Ήμουν συνοδηγός στο αυτοκίνητό του καθώς κάναμε προπόνηση πριν από την κούρσα του Mille Miglia, όταν ξαφνικά πρόσεξα κάτι να… τρέχει στο πιλοτήριο, ανάμεσα στα πόδια μας». “Δεν είναι νερό από τον κινητήρα έτσι”; ρωτά ο Ferrari. O Campari λοξοκοιτάζει τον νεοφερμένο συνάδελφό του και απαντά: «αγαπητέ Ferrari, δεν υπάρχει χρόνος για κατούρημα όταν κυνηγάς τη νίκη». 

Καθώς ο βολίδα του Campari κατευθύνεται για άλλη μια φορά πάνω στη νότια κεκλιμένη στροφή της Monza, οδηγώντας την κούρσα μπροστά από τους υπόλοιπους άσους του βολάν και σκορπώντας τα χρυσαφένια φθινοπωρινά φύλλα στον αέρα, ακούει τη φωνή του Leoncavallo να γίνεται όλο και πιο έντονη στο αυτί του: «Ο κόσμος πληρώνει (τον παλιάτσο) και θέλει να γελάσει».

…να δει αίμα στην πίστα.

Τα μάτια του Campari, ο οποίος προσεγγίζει με ορμή τη στροφή, την ιερή αυτή ανεμόσκαλα που μοιάζει να οδηγεί τους πιλότους στον ουρανό, ταξιδεύουν ήδη στον άλλο κόσμο. Ο 41χρονος πιλότος γλίστρα πάνω στα λάδια που έχει αδειάσει προηγουμένως στην πίστα μια από τις αμερικάνικες Duesenberg και στη συνέχεια εκτινάσσεται με την πορφυρή βολίδα του πάνω από τη τσιμεντένια κορυφογραμμή της νότιας κεκλιμένης στροφής, καταλήγοντας μέσα στα πανύψηλα δέντρα που αγκαλιάζουν την πίστα του αυτοκρατορικού πάρκου της Monza. Ο Campari είναι νεκρός. Ο πρώτος πιλότος στην ιστορία που πέφτει για την τιμή της Scuderia Ferrari.

Τραγική ειρωνεία αποτελεί το γεγονός πως παρασύρει στον θάνατο άλλον ένα Ιταλό πιλότο, τον Baconin Borzacchini (που πιλοτάρει μια εργοστασιακή Maserati 8C για λογαριασμό των έξι ξακουστών αδελφών από την Bologna) αφού στην προσπάθειά του να αποφύγει τον Campari εκσφενδονίζεται και αυτός πάνω από το χείλος της τρομακτικής στροφής. Το κακό τριτώνει λίγο αργότερα, με ακόμη ένα θανατηφόρο ατύχημα, αυτό του Πολωνού κόμη Stanislas Czaykowski, τον οποίο καταβροχθίζει επίσης η άσπλαχνη νότια στροφή μαζί με την ιδιωτική Bugatti του. Σε διάστημα μερικών μόλις λεπτών, η κοινωνία των αγώνων Grand Prix χάνει τρεις από τους μεγαλύτερους άσους της.

Κάθε φορά που πατώ το πόδι μου στον ιερό αυτό τόπο, την αγαπημένη μου πίστα της Monza, αισθάνομαι έντονη την παρουσία των πνευμάτων των τριών αυτών ηρώων. Καθώς ο DJ της πίστας προσπαθεί σε αυτή τη Formula 1 της εποχής του Drive to Survive να ανεβάσει το κέφι του κοινού στις εξέδρες, βάζω το Vesti la Giubba στα headphones, περπατώ στον κόρφο του δάσους και βλέπω -πλημμυρισμένος με δέος- το φάντασμα του αγαπημένου μου Campari να ξεπροβάλλει πίσω απ’ τα δέντρα. Και κάθε φορά που διηγούμαι την ιστορία του, νιώθω το κακό να ξορκίζεται και τα πνεύματα των τριών ηρώων να χαμογελούν πάλι._Δημήτρης Γιόκκας

Μέσα σε ένα απόγευμα, η κοινωνία των αγώνων Grand Prix έχασε τρεις από τους σπουδαιότερους πιλότους της. Φανταστείτε ποιες θα ήταν οι συνέπειες εάν αυτό συνέβαινε σήμερα.