Ο σπουδαιότερος πιλότος του χθες, του σήμερα και του αύριο

Με αφορμή τα 130 χρόνια από τη γέννηση του σπουδαιότερου ίσως άσου των αγώνων Grand Prix, που γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου του 1892, αποτίουμε φόρο τιμής στο πρόσωπό του, περιγράφοντας ένα μόνο από χιλιάδες περιστατικά που δημιούργησαν τον δικό του μύθο.

Το πλήθος ένθερμων θεατών, που έχει μαζευτεί γύρω από τη στροφή του παλιού βενζινάδικου της πόλης, κοιτάζει τον απέναντι στενό δρόμο που «κατηφορίζει» απότομα προς το μέρος του, περιμένοντας με ανυπομονησία να δει το επόμενο αυτοκίνητο που θα φανεί, εστιάζοντας την προσοχή του στον πιλότο που το οδηγεί, καθώς αυτός ετοιμάζεται να αναμετρηθεί με την ύπουλη δεξιά καμπή που απλώνεται μπροστά του.

Βρισκόμαστε στον τρίτο μόλις γύρο του αγώνα στο Livorno, την παραθαλάσσια ιταλική πόλη στην πανέμορφη Τοσκάνη, και η πίστα του Montenero (το «όρος του δαίμονα» όπως το αποκαλούσαν κάποτε) αποτελεί μια εξαιρετικά δύσκολη, γιγάντια διαδρομή των 22.5 χλμ., η οποία γυρίζει μέσα από τους δαιδαλώδεις δρόμους του παλιού λιμανιού της πόλης (όπου οι πιλότοι διασταυρώνουν τις ολισθηρές γραμμές του τραμ) προτού σκαρφαλώσει στους γύρω λόφους με τα ιλιγγιώδη ανεβοκατεβάσματά τους (164 στροφές στο σύνολο) δημιουργώντας έτσι ένα υπέροχο αμφιθέατρο της ταχύτητας που συνδυάζει τις προκλήσεις της πίστας του Μονακό με αυτές του παλιού Nurburgring.

Δύο κόκκινες βολίδες, βαμμένες στο χρώμα του αίματος, οι οποίες συνοδεύονται από το συναρπαστικό τραγούδι τους, εμφανίζονται άξαφνα στον στενό κατηφορικό δρόμο της στροφής του παλιού βενζινάδικου, με τους δύο παράτολμους πιλότους τους, που χωρίζονται από ένα μόλις δευτερόλεπτο, να κυνηγούν με μανία -στον ζεστό εκείνο Αύγουστο του 1930- το βαρύτιμο Coppa Ciano. Το τρόπαιο που θα παραδώσει στο νικητή ο ναύαρχος Costanzo Ciano (ντόπιος ήρωας-πιλότος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου) του οποίου ο γιος, Galeazzo Ciano, έχει μόλις παντρευτεί την Edda Mussolini. Την μεγαλύτερη από τις δύο κόρες του διασαλευμένου il Duce.

Ο Galeazzo Ciano, υπουργός εξωτερικών της χώρας στα χρόνια του φασισμού, αγαπούσε τους αγώνες (η «δική του» πίστα θα φιλοξενούσε το 1937 το Ιταλικό Grand Prix) αλλά απεχθανόταν τα σατανικά σχέδια του πεθερού του, έχοντας μάλιστα ταχθεί ενάντια του πολέμου και της συμμαχίας της Ιταλίας με τον Hitler. Την πλήρωσε τελικά με τη ζωή του, το 1944,  όταν ο ίδιος ο Mussolini διέταξε να εκτελέσουν τον γαμπρό του: τον άντρα της αγαπημένης του κόρης.

Πίσω στον αγώνα του 1930. Καθώς οι δύο κόκκινες βολίδες ετοιμάζονται να πάρουν τη στροφή του παλιού βενζινάδικου στο «όρος του δαίμονα», μια ανάσα χωρίζει την εργοστασιακή Alfa Romeo P2 του μεγάλου Achille Varzi από τη δίδυμη Alfa της νεοσύστατης Scuderia Ferrari, που έχει πίσω από το τιμόνι της τον Tazio Nuvolari: τον ίδιο τον δαίμονα.

Το πλήθος διαβάζει την προσήλωση στο βλέμμα των δύο πιλότων, το οποίο αστράφτει στο κατάμαυρο από το λάδι πρόσωπό τους, με τον Nuvolari να γράφει στη συνέχεια «ποίηση πάνω σε ρόδες». Ποίηση την οποία θα ζήλευε ακόμη και ο φιλέλληνας λόρδος Βύρων, που διατηρούσε κάποτε εξοχικό στο Montenero, έχοντας γράψει αρκετά από τα δικά του ποιήματα στη λεγόμενη βίλα των Ρόδων.

Το έξαλλο ιταλικό πλήθος που, όπως σήμερα έτσι και τότε, ζούσε και ανέπνεε για τους αγώνες, έχοντας δει νωρίτερα εκείνη τη χρονιά τον Nuvolari να συντρίβει τον Varzi στη θρυλική κούρσα του Mille Miglia (έσβησε τα φώτα της Alfa του, πλησίασε και προσπέρασε τον ανυποψίαστο αντίπαλό του) κράτησε την αναπνοή του καθώς τον είδε αυτή τη φορά να πλησιάζει με τρομακτική ταχύτητα την κατηφορική στροφή του βενζινάδικου. Σίγουρα δεν θα κατάφερνε να πάρει την κλειστή δεξιά καμπή.

Ο Nuvolari, όμως, «ο σπουδαιότερος πιλότος του χθες, του σήμερα και του αύριο», πενήντα κιλά ψυχή και σώμα, πέρασε την τελευταία δυνατή στιγμή την κόκκινη Alfa του μεταξύ του τοίχου του πρατηρίου και των αντλιών βενζίνης, αφήνοντας μόλις μερικά εκατοστά ελεύθερου χώρου μεταξύ αυτών και της φαρδιάς P2. Συνέχισε να επαναλαμβάνει το ίδιο ταχυδακτυλουργικό νούμερο και στους επόμενους γύρους, μπροστά στα μάτια του όλο και πιο ξετρελαμένου πλήθους, προτού προδοθεί από τον καμένο συμπλέκτη της μπαρουτοκαπνισμένης βολίδας του.

Οι ήρωες αυτού του βεληνεκούς δεν πεθαίνουν (κι ας έχουν περάσει 130 χρόνια από τη γέννησή του) και η στροφή του παλιού βενζινάδικου φέρει ακόμη το όνομά του.

Περισσότερα στο βιβλίο μου «Ύμνος στην Ταχύτητα» - Δημήτρης Γιόκκας 2020.

Δείτε εδώ - Interlagos: καίγοντας λάστιχο με φόντο τις favelas | Speedzone Podcast EP19 (video)