Ταξιδεύοντας με το τραίνο της Michelin (video)
Η γαλλική αυτοκινητάμαξα της Michelin, με τα πρωτοποριακά για την εποχή τους κοίλα ελαστικά, σημείωσε μεγάλη επιτυχία και έμεινε στην ενεργό δράση για περισσότερα από είκοσι χρόνια.
Στα μέσα του 1929 οι εργαζόμενοι της Michelin παρακολουθούσαν έκπληκτοι την εξέλιξη ενός ασυνήθιστου οχήματος σταθερής τροχιάς στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις της εταιρείας στο Cataroux. Το παράδοξο της κατασκευής του αφορούσε στον τρόπο με τον οποίο το όχημα αυτό ερχόταν σε επαφή με τις ράγες, καθώς εκτός από το μέταλλο χρησιμοποιούσε για πρώτη φορά και ελαστικό. Μέσα στην ίδια χρονιά, η πατέντα αυτή κατοχυρώθηκε για λογαριασμό του γαλλικού εργοστασίου με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, έχοντας φυσικά την απόλυτη στήριξη του Andre Michelin.
Στόχος της εφεύρεσης ήταν η βελτίωση της άνεσης των επιβατικών συρμών, ώστε τα ταξίδια με τραίνο να διαδοθούν ακόμη περισσότερο στην κοινωνία. Για να γίνει αυτό αναπτύχθηκε ένα ειδικό κοίλο ελαστικό, ικανό να κυλήσει χωρίς απρόοπτα στην ούτως ή άλλως περιορισμένη επιφάνεια της κορυφής της σιδηροτροχιάς, αντέχοντας παράλληλα και το φορτίο του οχήματος. H ενσωματωμένη χαλύβδινη στεφάνη στο εσωτερικό του χείλος, που λίγο αργότερα απέκτησε ισχυρότερη δομή, ήταν εκείνη που εξασφάλιζε την παραμονή του τροχού στην σιδηροτροχιά. Σε σύγκριση με τον χάλυβα, το ελαστικό προσέφερε αυξημένη πρόσφυση και άνεση, περιορίζοντας όμως το φορτίο. Για να ξεπεραστεί αυτό πολλαπλασιάστηκε ο αριθμός των τροχών, ενώ παράλληλα χρησιμοποιήθηκαν ελαφρά υλικά προερχόμενα από την αεροπορική τεχνολογία (ντουραλουμίνιο και κόντρα-πλακέ) για το κτίσιμο της καμπίνας των επιβατών.
Από το 1 μέχρι το 5
To πρώτο πρωτότυπο (Type 1) της καινοτόμου αυτοκινητάμαξας κτίστηκε το 1929 από τον Marcel Michelin (γιό του Andre) στο επιμηκυσμένο πλαίσιο ενός Renault 40CV της σειράς «ΝΝ», χρησιμοποιώντας φυσικά και τα μηχανικά του μέρη.
Η τραπεζοειδής μετωπική επιφάνεια του μοντέλου, χαρακτηριστικό όλων των δημιουργιών του γαλλικού εργοστασίου από την αρχή σχεδόν της ιστορίας του μέχρι τότε, ήταν αυτή που έκρινε πως τον εξυπηρετεί καλύτερα για την επίτευξη του σκοπού του. Τον χειμώνα του 1929-1930, σε περιβάλλον συχνά χιονισμένο ή παγωμένο, πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες δοκιμές στη διαδρομή Laqueuille–Le Mont Dore. To όχημα ανταποκρίθηκε θετικά σε όλες τις δοκιμασίες, αναπτύσσοντας μέση ωραία ταχύτητα 75 χλμ./ώρα. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1931, σε μια ειδική εκδήλωση που διοργάνωσε ο Marcel, το πρωτότυπο «Type 5» παρουσιάστηκε στις σιδηροδρομικές εταιρείες. Ήταν η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Micheline και ο πολυντάλαντος γιός φρόντισε να είναι παρόντες όλοι οι μεγαλόσχημοι: o διευθυντής του κρατικού δικτύοι, αξιωματούχοι των δημόσιων υπηρεσιών, αλλά και ο Andre Citroen με τη σύζυγό του.
Το όχημα ήταν πλέον πολύ διαφορετικό, παίρνοντας κίνηση από ένα ισχυρό μηχανικό σύνολο της Hispano-Suiza, με το αμάξωμά του να χρησιμοποιεί για την κατασκευή του τα ίδια υλικά και την ίδια τεχνική φιλοσοφία, με την οποία κτίστηκε η άτρακτος του επιβατικού αεροσκάφους «280» της Wibault. Η επίδειξη, που εντυπωσίασε τους πάντες, διήρκεσε 2 ώρες και 14 λεπτά, καλύπτοντας την μετά επιστροφής διαδρομή μεταξύ Saint-Lazare και Deauville με μέση ωριαία ταχύτητα 107 χιλιόμετρα την ώρα.
Επιτυχία από νωρίς
Ύστερα από την επιτυχημένη πρεμιέρα, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. H Μicheline έφτασε στο «Type 9» και στο «Type 11» των 24 θέσεων με τους V12 βενζινοκινητήρες της Hispano-Suiza, έχοντας τρεις άξονες στο εμπρός μέρος (με κινητήριο τον κεντρικό) και δύο πίσω.
Τα δρομολόγιά της ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 1932 στη γραμμή Charleville-Givet, για να επεκταθούν και σε άλλες διαδρομές από το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς. Συνολικά κατασκευάστηκαν 11 οχήματα αυτού του τύπου, υπηρετώντας τις επιβατικές διαδρομές μέχρι το 1939. Το 1933 ενεργοποιήθηκε και το «Type 16», με 36 θέσεις επιβατών και V12 κινητήρα της Hispano-Suiza, μέγιστης ισχύος 220 ίππων στις 3.000 σ.α.λ. Η βασική διαφορά του από τα προγενέστερα μοντέλα εστιαζόταν στην υιοθέτηση υπερυψωμένου πιλοτηρίου, κατά τα πρότυπα του Autorail της Bugatti και των «VH ; ABJ» της Renault, με τo οποίo εξασφαλιζόταν η αμφίδρομη κίνησή του. Κενό φορτίου ζύγιζε 8 τόνους, που γίνονταν 12 με πλήρες. Ένα ακόμη εντυπωσιακό στοιχείο του οχήματος εκείνου, ήταν το γεγονός ότι μπορούσε να ακινητοποιηθεί μέσα σε μόλις 40 μέτρα, από την ταχύτητα των 90 χλμ./ώρα.
Mέσα στα δύο επόμενα χρόνια κατασκευάστηκαν 36 μονάδες αυτού του τύπου, με τη συνδρομή και μιας δεύτερης γραμμής παραγωγής στο εργοστάσιο της Sarlieve, βόρεια του Clermont-Ferrand. Το γαλλικό σιδηροδρομικό δίκτυο παρήγγειλε 19 μονάδες αυτού του τύπου, με αρίθμηση που ξεκινούσε από το ZZy 24221 και κατέληγε στο 24239. Σύντομα, απέκτησε ακόμη δύο μονάδες, με το πίσω μέρος τους να έχει κωνικό σχήμα, κωδικοποιημένες ως «Type 17».
Από το 20 ως το 136
Το 1934 η Michelin παρουσίασε το «Type 20», εξοπλισμένο με δύο σειρές τεσσάρων αξόνων εμπρός-πίσω και σύστημα επιβράδυνσης πεπιεσμένου αέρα (Westinghouse), το οποίο απαιτούσε πλέον την παρουσία δύο μηχανοδηγών.
Aναβαθμισμένο ως «Type 21» το 1935 και «Type 22» το 1936, το όχημα αυτό είχε χωρητικότητα 56 θέσεων, ενώ χρέη κινητήρα εκτελούσε ο V12 της Hispano-Suiza των 250 ίππων. Μέχρι το 1937, είχαν τεθεί σε λειτουργία 52 μονάδες αυτών των τύπων (σύμφωνα με άλλες πηγές, 46).
Λίγο νωρίτερα, τον Απρίλιο του 1936, έκανε την εμφάνισή της η πρώτη αυτοκινητάμαξα Micheline των 100 θέσεων, από τις οποίες οι 16 ήταν πτυσσόμενες. Το «Type 23», όπως ονομάστηκε, είχε μήκος λίγο μεγαλύτερο από 30 μέτρα και διέθετε τροχούς τεσσάρων αξόνων σε τρεις σειρές (εμπρός, κέντρο, πίσω).
Στην κεντρική θέση του αμαξώματος ήταν τοποθετημένος και ο V12 κινητήρας των 400 ίππων, κατασκευασμένος από την Panhard. Αυτή τη φορά υπήρχε καμπίνα οδηγού σε κάθε άκρο, ενώ η μέγιστη ταχύτητά του ανερχόταν στα 135 χλμ./ώρα, με τη συνηθέστερη του ταξιδίου να μην ξεπερνά τα 105. Το 1936 ήταν η επίσης η χρονιά που παρουσιάστηκε το «Type 33», ένα αρθρωτό τραίνο συνολικής χωρητικότητας 108 επιβατών, με τον γνωστό V12 κινητήρα της Hispano-Suiza των 250 ίππων και με συνολικό μήκος λίγο μεγαλύτερο των 45 μέτρων.
Ακολούθησαν τα «Type 51» και «Type 52» για τη μετρική γραμμή των τοπικών δρομολογίων κυρίως της Αφρικής και της Ινδοκίνας, όπου τον καιρό εκείνο υπήρχαν αποικίες της Γαλλίας, δύο από τις οποίες δραστηριοποιούνται ακόμη στη νήσο της Μαδαγασκάρης για τουριστικούς λόγους.
Τον Μάιο του 1938 έλαβε σάρκα και οστά η τελευταία αυτοκινητάμαξα της Michelin, η «Type 136», που συνάμα ήταν και η πρώτη με ηλεκτροκινητήρα. Ως τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς είχαν κατασκευαστεί συνολικά 125 Michelines, oι οποίες είχαν δρομολογηθεί με επιτυχία στα σιδηροδρομικά δίκτυα της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας, της Μοζαμβίκης, της Μαδαγασκάρης και της Κίνας. Όσο για την αυτοκινητάμαξα των μηδενικών ρύπων, παρέμεινε μοναδική, αφού η έκρηξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ανέτρεψε όλες τις εξελίξεις.
Απόηχος…
Το 1944 το εργοστάσιο της Michelin καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς, με όλα τα θλιβερά επακόλουθα. Μετά τη λήξη του πολέμου, οι εναπομείνασες σε υπηρεσία αυτοκινητάμαξες της εταιρείας παρέμειναν στην ενεργό δράση ως το 1952, χρονιά που αποσύρθηκαν από τα γαλλικά δρομολόγια. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’50 σχεδόν όλες οι Michelines αποσυναρμολογήθηκαν και έγιναν παλιοσίδερα. Εκτός από εκείνες που ταξιδεύουν ακόμη στη Μαδαγασκάρη υπάρχουν άλλες δύο, μία στο μουσείο της Michelin στο Clermont-Ferrand και άλλη μία («Type 22») στο Cite du Train της Mulhouse. Ένα ακριβές αντίγραφο εκτίθεται στο Μουσείο Σιδηροδρόμων Yunnan στο Kunming της Κίνας.
Η επιτυχία του οχήματος σταθερής τροχιάς της μεγάλης γαλλικής εταιρείας κατασκευής ελαστικών είχε τόσο μεγάλη απήχηση και επιτυχία, που η ονομασία του (Micheline) αποδόθηκε με το πέρασμα του καιρού σε όλες τις αντίστοιχων ιδιοτήτων αυτοκινητάμαξες, άσχετα από το ποιό ήταν το εργοστάσιο που τις παρήγαγε.
Πηγή: «Michelin, a human venture» έκδοση Μάιος 2019. Φωτογραφίες: Μichelin, Cite du Train Mulhouse