«Ανησυχούν» οι κατασκευαστές για την απαγόρευση των θερμικών κινητήρων το 2035
Η απόφαση για μηδενικές εκπομπές ρύπων από τα νέα αυτοκίνητα που θα πωλούνται στην Ευρώπη από το 2035 και μετά φέρνει αντιδράσεις και ανησυχίες. Πόσο εύλογες αποδεικνύονται άραγε;
Υπό το φως των χθεσινών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να υποστηρίζει με τις ψήφους του νομοθετικού του σώματος την πρόταση για μείωση στο… μηδέν των εκπομπών ρύπων των νέων αυτοκινήτων το 2035, η Ευρωπαϊκή Ένωση Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) εξέδωσε μια ανακοίνωση στην οποία εκφράζει τις «ανησυχίες» της.
Πιο συγκεκριμένα, o ACEA δήλωσε: «Δεδομένου ότι ο μετασχηματισμός του κλάδου εξαρτάται από πολλούς εξωτερικούς παράγοντες που δεν είναι πλήρως στα χέρια του, o ACEA ανησυχεί ότι οι ευρωβουλευτές ψήφισαν τη θέσπιση του στόχου για μείωση κατά 100% των εκπομπών CO2 για το 2035».
Ωστόσο, η ACEA εξέφρασε τη γενική υποστήριξη για τον στόχο και ζήτησε μια έκθεση προόδου στα μισά της… διαδρομής για τον καθορισμό των στόχων μετά το 2030.
«Μια τέτοια αναθεώρηση θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να αξιολογήσει εάν η ανάπτυξη των υποδομών φόρτισης και η διαθεσιμότητα πρώτων υλών για την παραγωγή μπαταριών θα είναι σε θέση να συμπορευθούν με τη συνεχιζόμενη, απότομη αύξηση των ηλεκτρικών αυτοκινήτων με μπαταρία», δήλωσε 0 Oliver Zipse, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ACEA. αλλά και της BMW.
Ισχυρότερες ενστάσεις εντός Γερμανίας
Μεγάλες περιβαλλοντικές ομάδες, όπως η Transport ; Environment, χαιρέτησαν την χθεσινή απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δηλώνοντας: «Η προθεσμία σημαίνει ότι τα τελευταία αυτοκίνητα που θα καταναλώνουν ορυκτά καύσιμα θα πωληθούν έως το 2035. Και αυτό μας δίνει μια ευκαιρία να αποτρέψουμε την απρόσμενη κλιματική αλλαγή. Αλλά και τη βεβαιότητα που χρειάζεται η αυτοκινητοβιομηχανία προκειμένου να αυξήσει την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων, γεγονός που θα μειώσει τις τιμές για τους οδηγούς».
Ωστόσο, μεγάλο μέρος του πολιτικού και επιχερηματικού δυναμικού της χώρας εξακολουθεί να έχει ενστάσεις. Πιο συγκεκριμένα, η συντηρητική πτέρυγα προσπάθησε να φρενάρει την πλήρη απαγόρευση της πώλησης αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης, προτείνοντας μια μείωση των εκπομπών κατά 90%, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι η πλήρης απαγόρευση θα κοστίσει στον κλάδο πολλές θέσεις εργασίας.
Αρκετές ήταν και οι ομάδες από το χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπως η γερμανική VDA, οι οποίες άσκησαν έντονες πιέσεις προκειμένου το νομοθετικό σώμα να απορρίψει τον στόχο του 2035, λέγοντας ότι «τιμωρεί τα εναλλακτικά καύσιμα χαμηλών εκπομπών και ότι ο στόχος αυτός έρχεται πολύ νωρίς λόγω των ελλιπών υποδομών φόρτισης.»
Πιο συγκεκριμένα, ο Hildegard Mueller, Πρόεδρος της VDA, δήλωσε: «Μεγάλα τμήματα της Ευρώπης δεν διαθέτουν την απαραίτητη υποδομή φόρτισης. Η απαγόρευση θα αυξήσει τις τιμές των νέων αυτοκινήτων. Είναι πολύ νωρίς για έναν τέτοιο στόχο».
Ο Hildegard Mueller επέκρινε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΕ που απαιτούν από τις αυτοκινητοβιομηχανίες να επιταχύνουν τη μετάβασή τους στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα χωρίς οι ίδιες να δημιουργήσουν το πλαίσιο που θα επέτρεπε μια ταχύτερη μετάβαση.
Ο Reinhard Zirpel, επικεφαλής της ένωσης εισαγωγέων VDIK στη Γερμανία, δήλωσε: «Ο μετασχηματισμός σε εναλλακτικά συστήματα μετάδοσης κίνησης θα αλλάξει την καθημερινή μετακίνηση στην Ευρώπη και θα την καταστήσει πιο ακριβή για πολλούς ανθρώπους».
Η CLEPA, η οποία εκπροσωπεί στη Γερμανία τα συμφέροντα πολλών προμηθευτών, ανέφερε σε δήλωση της ότι ο στόχος του 2035 «απορρίπτει τη δυνατότητα τεχνολογικών επιλογών θέτοντας τις θέσεις εργασίας σε κίνδυνο».