Επιπτώσεις του «όχι» της Ferrari στον Todt
Η μετάβαση του Jean Todt στη Ferrari δεν πρόκειται να συμβεί, παρά τις αναφορές που προέκυψαν στον ιταλικό Τύπο το Δεκέμβριο. Που αφήνει αυτό τον διευθυντή της Scuderia Mattia Binotto;
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ο πρόεδρος της Ferrari, John Elkann ήταν αυτός που αποφάσισε να μην προχωρήσει στην πρόσληψη του πρώην προέδρου της FIA ως συμβούλου της Scuderia.
Και αυτό, παρότι παρουσιάζεται ότι η αρχική ιδέα ήταν του ίδιου του Elkann, εγγονού και κληρονόμου της αυτοκρατορίας του Gianni Agnelli. H πρόσληψη ενός πολύ έμπειρου ανθρώπου στο κύκλωμα των αγώνων, με κύρος όπως αυτό του Todt, θα επέτρεπε στον Elkann να ασχολείται λιγότερο με το αγωνιστικό τμήμα του Maranello.
Φαίνεται όμως ότι ο Elkann θέλει να είναι αυτός που θα λαμβάνει τις αποφάσεις και θα καθορίζει τη στρατηγική της Ferrari, σε μια πολύ κρίσιμη εποχή, τόσο για την ομάδα της Formula 1, δεδομένων των αλλαγών στους τεχνικούς κανονισμούς, όσο και για την προετοιμασία του Cavallino Rampante για την επιστροφή στους αγώνες αντοχής (WEC) έπειτα από 50 με πρωτότυπο LMH.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ
Δεδομένου του κύρους και της προσωπικότητας του Jean Todt, ενός ανθρώπου που τα τελευταία 12 χρόνια έχει συνηθίσει να έχει τον απόλυτο έλεγχο του οργανισμού που διοικεί, θα ήταν αρκετά δύσκολη για τον Elkann.
H εικόνα της Ferrari τα τελευταία δύο χρόνια δεν είναι αντίστοιχη του ονόματός της. Αυτό συνέβη λόγω του συμβιβασμού στον οποίο ήρθαν FIA και Ferrari στις αρχές του 2020. Η FIA διαπίστωσε παρατυπίες στον τρόπο λειτουργίας της ιταλικής μονάδας ισχύος.
Παρότι οι όροι του συμβιβασμού παραμένουν μυστικοί, αναφέρεται ότι η FIA δεν είχε επαρκείς αποδείξεις για να… «καταδικάσει» τη Ferrari. Ωστόσο, η Scuderia ακόμα ανακάμπτει από το πλήγμα που δέχθηκε όταν αναγκάστηκε να ανασχεδιάσει τη μονάδα ισχύος της, με το αποτέλεσμα να έχει μεγάλες απώλειες στον τομέα της απόδοσης.
Ο διευθυντής της Scuderia, Mattia Binotto, έχει δηλώσει έκτοτε ότι ο πρώην πρόεδρος της Ferrari, Sergio Marchionne, ήταν αυτός που ζήτησε από το τμήμα κινητήρων του Maranello να εξετάσει αν υπάρχει τρόπος εκμετάλλευσης γκρίζων ζωνών στους σχετικούς τεχνικούς κανονισμούς.
Από τότε, η Ferrari βρίσκεται σε μια πορεία ανάκαμψης υπό τον Binotto, που είχε την πλήρη υποστήριξη του πρώην CEO, Louis Camilleri. Στόχος της Scuderia ήταν πάντα το 2022, δεδομένων των αλλαγών στους τεχνικούς κανονισμούς.
Η Ferrari έχει επικεντρωθεί πλήρως στο 2022 από την αρχή της περυσινής σεζόν. Η απομάκρυνση του Binotto πριν καν φανερωθούν οι καρποί της εργασίας του και των αλλαγών που πραγματοποίησε στον τρόπο λειτουργίας στο εσωτερικό της Ferrari, δε φαντάζει λογική.
Αν η Ferrari δεν καταφέρει να διεκδικεί τουλάχιστον νίκες το 2022, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Πολλοί πιστεύουν ότι αν η Scuderia δεν είναι ανταγωνιστική φέτος, θα υπάρξουν απολύσεις, με τον Binotto να είναι ένας από τους προφανέστερους υποψηφίους για απομάκρυνση.
Υπάρχουν μερικά θετικά σημάδια στην περυσινή απόδοση της Ferrari, με τη σημαντικότερη να είναι η βελτίωση των pit stop και η μεγαλύτερη ευστοχία στις στρατηγικές επιλογές.
Εσωτερικά, έχει πραγματοποιηθεί αναβάθμιση των εγκαταστάσεων, με την προσθήκη ενός υπερσύγχρονου προσομοιωτή, ο οποίος θα είναι έτοιμος για λειτουργία, καθώς έχει σχεδόν ολοκληρωθεί η διαδικασία βαθμονόμησής του.
Επιπλέον, θετικά σημάδια έχουν προκύψει και από τις προσπάθειες του τμήματος κινητήρων, δεδομένης της αισθητής βελτίωσης απόδοσης που επέφερε η παρουσίαση του καινούργιου υβριδικού συστήματος στους τελευταίους αγώνες της σεζόν, η οποία επέτρεψε την εξασφάλιση της 3ης θέσης στο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών.
Ο Binotto έχει κάνει λόγο και για αλλαγές στη μεθοδολογία και τον τρόπο λειτουργίας του τεχνικού τμήματος, με περισσότερη ελευθερία στο κυνήγι καινοτόμων λύσεων.
Το 2022 αποτελεί το μεγάλο στοίχημα για τον γεννημένο στην Ελβετία Ιταλό διευθυντή. Κάποιοι τον θεωρούν «λίγο» για το πόστο στο οποίο βρίσκεται. Η φετινή σεζόν θα κρίνει κατά πολύ πόσο αποτελεσματικός είναι ο Binotto, δεδομένου του περιβάλλοντος εντός του οποίου εργάζεται.
Η παρούσα περίοδος αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη που έχει περάσει στην ιστορία της η Ferrari χωρίς Πρωτάθλημα οδηγών, έπειτα από την «ξηρασία» μεταξύ 1979 και 2000. Σε αυτό το διάστημα, η Scuderia κατέκτησε τρία Πρωταθλήματα Κατασκευαστών (1982, 1983, 1999).
Στο τέλος της φετινής χρονιάς, αν η Ferrari δεν κατακτήσει τον τίτλο οδηγών, θα έχουν περάσει 15 χρόνια από την τελευταία φορά που πανηγύρισε μια τέτοια επιτυχία, με τον Kimi Raikkonen το 2007 και 14 χρόνια από το τελευταίο Πρωτάθλημα Κατασκευαστών (2008).
Η μοναδική φορά τα τελευταία 40 χρόνια, που η Ferrari διέθετε μια σχεδόν ανίκητη ομάδα ήταν τα «χρυσά» χρόνια της εποχής Schumacher, στις αρχές της χιλιετίας.
Αυτό συνέβη επειδή είχαν προσληφθεί οι κατάλληλοι άνθρωποι (Todt, Brawn, Byrne κ.ά.) και είχαν το ελεύθερο να λειτουργούν εν λευκώ, όπως έκριναν ότι θα είναι καλύτερο για τη Scuderia, με ελάχιστους περιορισμούς στον προϋπολογισμό τους.
Η πιο σημαντική αλλαγή που έφεραν αυτοί οι άνθρωποι ήταν η αποχώρηση από τον ιταλικό τρόπο λειτουργίας. Μέχρι τότε, τα ανηλεή ιταλικά δημοσιεύματα μπορούσαν να καθορίσουν το ηθικό των εργαζομένων στο Maranello.
O Todt κατάφερε να δημιουργήσει ένα κλοιό «προστασίας» από εξωτερικούς παράγοντες, χωρίς να υπάρχουν οι… βυζαντινισμοί και τα μαχαιρώματα στην πλάτη που έχουν χαρακτηρίσει την ιστορία της Scuderia από την αρχή της ιστορίας της, δεδομένου του τρόπου διοίκησης του Enzo Ferrari.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι όταν ο Marchionne ανέλαβε CEO της Fiat το 2004, έπειτα από το θάνατο του Gianni Agnelli, δεν ήταν ευχαριστημένος με τον προϋπολογισμό της Scuderia και ζήτησε να τεθούν περιορισμοί σε αυτόν.
Κάπου εκεί ξεκίνησε μια καθοδική πορεία από την οποία η Ferrari δεν έχει ανακάμψει ακόμα πλήρως. Οι λόγοι της έλλειψης επιτυχιών έκτοτε, μπορούν να εντοπιστούν και στις ενέργειες του πρώην προέδρου της, Luca Montezemolo.
Έπειτα από την απόφαση της -λίγο πρόωρης;- αντικατάστασης του Michael Schumacher με τον Kimi Raikkonen, ο Montezemolo δεν ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει στον Ross Brawn τη θέση του Jean Todt, που μετέβη -για περιορισμένο χρονικό διάστημα- σε ανώτερη θέση εντός της οργάνωσης του Maranello από αυτή του απλού διευθυντή της ομάδας.
Το 2009, ο Todt αποχώρησε από τη διοίκηση του Maranello και αναφέρεται ότι αυτό δε συνέβη με τους καλύτερους όρους. Αναφέρεται ότι υπήρχε έχθρα μεταξύ του Γάλλου και του Montezemolo, η οποία δεν έγινε ποτέ δημόσια.
Παράλληλα, ο Brawn βρήκε καταφύγιο στη Honda και άρχισε να χτίζει την ομάδα που πλέον ονομάζεται Mercedes και έχει κυριαρχήσει από το 2014 και έπειτα. Ο Montezemolo προτίμησε την προώθηση του Ιταλού Stefano Domenicali στη διοίκηση της ομάδας, ενός ανθρώπου τον οποίο θα μπορούσε να ελέγχει πιο εύκολα.
Έπειτα από τις αποτυχίες της Ferrari να κατακτήσει ξανά τον τίτλο, ακολουθήθηκε η τακτική απομάκρυνσης ανθρώπων στους οποίους χρεώθηκαν οι αποτυχίες. Ένας εξ αυτών ήταν ο Aldo Costa, σχεδιαστής των περισσότερων επιτυχημένων γερμανικών μονοθεσίων.
Οι λανθασμένες κινήσεις δε σταμάτησαν εκεί. Καθώς παίζονταν άλλα παιχνίδια ισχύος και εξουσίας στο εσωτερικό του Maranello και ο Montezemolo προσπαθούσε να σώσει τη δική του θέση, έφερε τον Marco Mattiacci να διοικήσει τη Scuderia έπειτα από την παραίτηση του Domenicali το 2014, παρά την παντελή έλλειψη εμπειρίας του όσον αφορά τον αγωνιστικό τομέα.
Ο λόγος ήταν ότι ο Mattiacci διατηρούσε στενούς δεσμούς τόσο με τον Marchionne, όσο και με τον Elkann. Μεταθέτοντας τον Mattiacci, ο Montezemolo προσπάθησε να ικανοποιήσει τα αφεντικά του, χωρίς επιτυχία, αφού και ο ίδιος είδε την πόρτα της εξόδου μερικούς μήνες αργότερα.
Φημολογείται ότι η Ferrari προσέγγισε δύο διευθυντές ομάδων πέρυσι: τον Andreas Seidl της McLaren και τον Christian Horner της Red Bull. Το συμβόλαιο του τελευταίου έληγε στο τέλος του 2021, ωστόσο Red Bull και Horner αποφάσισαν να ανανεώσουν τη συνεργασία που διατηρούν από το 2006, για αρκετά χρόνια ακόμα.
Δεν είναι σίγουρο ότι οι φήμες αυτές ισχύουν, ωστόσο δεν είναι απίθανο η Ferrari να εξέταζε την «αγορά» για να διαπιστώσει αν υπάρχουν πιθανές εναλλακτικές λύσεις.
Το πρόβλημα της Ferrari δεν είναι ο διευθυντής της ομάδας, αλλά η νοοτροπία στον τρόπο λειτουργίας των υψηλόβαθμων στελεχών της. Η αντικατάσταση του Binotto δεν είναι δεδομένο ότι θα αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα αν ο αντικαταστάτης του δεν έχει την ευκαιρία να λειτουργήσει όπως ο ίδιος κρίνει καλύτερο για το μέλλον της ομάδας.
Κατά πόσο η Ferrari το έχει αντιληφθεί αυτό και έχει κάνει κινήσεις για να το αντιμετωπίσει, θα φανεί από τα φετινά αποτελέσματα της δουλειάς που έχει γίνει στο εσωτερικό του Maranello.
Αν οι φήμες περί προσέγγισης διευθυντών άλλων ομάδων ισχύουν, προφανώς, δεν πρόκειται για κάτι που θα χαροποιεί τον Binotto, ο οποίος αναφέρεται ότι ήταν υπέρ της έλευσης του Todt στη Ferrari, καθώς ο Γάλλος δεν αποτελούσε άμεση απειλή για τον ίδιο και θα μπορούσε να τον βοηθήσει στην πολιτική αρένα της F1.
Υπάρχουν αναφορές στον ιταλικό Τύπο ότι ο Elkann δεν ήθελε να δεσμευτεί μακροπρόθεσμα στον άξονα Binotto/Todt. Ο Elkann θεωρείται ένας αρκετά ενστικτώδης ηγέτης, με απότομες αλλαγές αποφάσεων.
Αναφέρεται ότι οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών, όπως προαναφέρθηκαν, έχουν κάνει τεταμένες τις σχέσεις μεταξύ Elkann και Binotto. Κατά πόσο πραγματικά ισχύει αυτό, παραμένει άγνωστο. Η φετινή ανταγωνιστικότητα της Ferrari είναι πιθανό να κρίνει πολλά πράγματα όσον αφορά τη διοίκηση της Scuderia.
Αν τα αποτελέσματα αποδειχθούν απογοητευτικά, ίσως να μην περάσει πολύς καιρός μέχρι να έχουμε εξελίξεις σε αυτό τον τομέα, παρότι οι μεγάλες αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα στο τμήμα παραγωγής αυτοκινήτων της Ferrari δεν επηρέασαν το αγωνιστικό τμήμα._Φ.Λ.