Fiat Panda 4X4: Panda και παντού
Mια ιστορική αναδρομή στους κυριότερους σταθμούς της πλούσιας καριέρας του τετρακίνητου Fiat Panda, που σχεδιάστηκε για την πόλη αλλά ποτέ δεν κάθισε στα… αστικά αυγά του, πηγαίνοντας κυριολεκτικά παντού.
Πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια, το τετρακίνητο Panda έγραφε ιστορία ως το πρώτο μικρό 4×4 που μπορούσε να συνδυάσει την κίνηση στην αστική ζούγκλα με τις εκτός δρόμου διαδρομές. Απλό, οικονομικό, παντός εδάφους και παντός καιρού, το Panda 4×4 έγινε επιτυχία, αποκτώντας -ιδίως στη χώρα μας- τεράστια δημοτικότητα και πολλούς ένθερμους οπαδούς, που στο τετράγωνο σχήμα του και στις δυνατότητες που του χάριζε η τετρακίνηση έβρισκαν τη δίψα για περιπέτεια και οδηγικές αναζητήσεις πέραν της πεπατημένης. Κάπως έτσι ταξίδεψε σε χιόνια, σε χωματόδρομους, στα βουνά και στις παραλίες, αποδεικνύοντας πως ήταν το κατάλληλο μέσο για τους κατάλληλους ανθρώπους, ενώ έλαβε μέρος και σε απαιτητικούς αγώνες.
Η εκκίνηση
Όταν στα ’70s οι Γάλλοι είχαν πάρει για τα καλά το πάνω χέρι με μία σειρά από επιτυχημένα μικρά αυτοκίνητα, οι Ιταλοί, ειδήμονες του είδους, αναζητούσαν εναγωνίως μια ανάλογη απάντηση. Το Panda σχεδιάστηκε το 1980 από τον Τζορτζέτο Τζουτζάρο ως ένα απλό, χαμηλού κόστους μίνι, που γνώρισε πολύ γρήγορα επιτυχία, και την αμέσως επόμενη χρονιά κατετάγη 2ο στα βραβεία του COTY, πίσω από το Ford Escort Mk3.
Τον Ιούνιο του 1983 παρουσιάστηκε η έκδοση 4×4 με κινητήρα 965 κ.εκ. ισχύος 49 ίππων (ουσιαστικά μια εξέλιξη του συνόλου του Autobianchi A112) με τελική ταχύτητα 135 χλμ./ώρα και με το χιλιόμετρο από στάση να ολοκληρώνεται σε 38,8 δλ. Ήταν το πρώτο μικρό αυτοκίνητο με εγκάρσιο κινητήρα που διέθετε κατ’ επιλογήν σύστημα τετρακίνησης, και, χάρη στη στιβαρή πίσω ανάρτηση (άκαμπτος άξονας με ελλειπτικά φύλλα σούστας), στην αυξημένη απόσταση από το έδαφος και στο χαμηλό του βάρος (740 κιλά), μπορούσε να τα βγάλει πέρα με δύσκολες εκτός δρόμου καταστάσεις, μεταφέροντας μέχρι και πέντε επιβάτες με 50 κιλά αποσκευών.
Ολόκληρο το σύστημα μετάδοσης μαζί με τον πίσω άξονα κατασκευαζόταν από την αυστριακή Steyr-Puch και η συναρμολόγησή του γινόταν στο εργοστάσιο του Tερμίνι Iμερέζε σε ένα ενισχυμένο πλαίσιο Panda. Το 1986 απέκτησε τον 1.000άρη F.I.R.E. κινητήρα των 50 ίππων, ενώ στο μεγάλο facelift του 1992 ο κυβισμός αυξήθηκε στα 1.100 κ.εκ. με προσθήκη ψεκασμού μονού σημείου και καταλύτη. Στις αρχές των ’90s το Panda Torpedo ήταν ένα πρωτότυπο με εμφάνιση που παρέπεμπε έντονα σε Suzuki Samurai και προοριζόταν για στρατιωτική χρήση, αλλά δεν κατάφερε τελικά να πάρει έγκριση.
To 2003 ήταν η ώρα της δεύτερης γενιάς, με ένα τεράστιο «ΕΥΤΥΧΩΣ» να ακούγεται μέχρι σήμερα, μιας και την τελευταία στιγμή οι ιθύνοντες της εταιρείας αποφάσισαν να μην υιοθετήσουν την ονομασία «Gingo», αφήνοντας το Panda ως είχε. Το τετραγωνισμένο τρίθυρο αμάξωμα έδωσε τη θέση του σε μια πιο MPV λογική με μεγαλύτερο ύψος και πέντε πόρτες.
Ένα χρόνο αργότερα, ο τίτλος του Αυτοκινήτου της Χρονιάς συνοδεύτηκε από τη νέα τετρακίνητη έκδοση, όπου, πέρα από τους κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου, ένας συνεκτικός συμπλέκτης φρόντιζε αυτόματα για τη μόνιμη μετάδοση της κίνησης σε όλους τους τροχούς. Το 2005 η έκδοση Cross έδωσε μία διαφορετική εμφανισιακή νότα στο μικρό offroad όχημα. To 2006, στην Έκθεση της Μπολόνια, παρουσιάστηκε το πρωτότυπο Panda Tanker, πάντοτε βασισμένο στην απλή τετρακίνητη έκδοση, που έμελλε να είναι η μοναδική τρίθυρη εκδοχή σε αυτό το δεύτερο μισό της σύγχρονης ιστορίας του μοντέλου.
Το 2012 εμφανίστηκε η τρίτη γενιά, που πολύ σύντομα εμπλουτίστηκε με την τετρακίνητη παραλλαγή, η οποία τροφοδοτούνταν από τον ντίζελ multijet, αλλά και την ακραία έκφανση του downsizing που ήταν τότε της μόδας, τον μίνιμαλ τούρμπο δικύλινδρο Twinair. Υιοθετήθηκε ένα σύστημα torque on demand για την κατανομή της ροπής ανάλογα με τις συνθήκες, το οποίο πλαισιώθηκε με λειτουργία ηλεκτρονικού μπλοκέ διαφορικού. Το 2014 παρουσιάστηκε η νέα έκδοση Cross, που όπως και πριν ήταν βασισμένη στην τετρακίνητη εκδοχή και με μεγάλες εξωτερικές διαφοροποιήσεις στο ρύγχος, στους προφυλακτήρες και στα ελαστικά.
Βόλτα με τα magic… box
«Magic box» ήταν το παρατσούκλι του Panda όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, λόγω των πολλών έξυπνων ιδεών που προσέφερε (βλέπε τα αναδιπλούμενα καθίσματα, το μεγάλο ράφι στο ταμπλό, αλλά και την εκμετάλλευση των χώρων που παρείχε το τετραγωνισμένο αμάξωμα). Οι ιδέες αυτές ταίριαζαν γάντι με τις δυνατότητες της τετρακίνητης έκδοσης, κι έτσι δημιουργήθηκε στις αρχές των ’80s ένα σύνολο με ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που μερικές δεκαετίες αργότερα θα συνοψίζονταν στον όρο «SUV».
Καλή η αναδρομή, αλλά τίποτε δε συγκρίνεται με μια βόλτα, τόσο με το παλιό όσο και με το πιο καινούργιο. Με τα σημερινά δεδομένα των SUV, μόνο αυτό το λευκό της τρίτης γενιάς δείχνει να συμμορφώνεται, μιας και το πρώτο στην καλύτερη των περιπτώσεων θα το χαρακτήριζες ακατέργαστο μεν, διαμαντάκι δε.
Αν και άψογα συντηρημένο, θέλει τον τρόπο του για να πάρει εμπρός, το τιμόνι έχει τον τυπικό τζόγο για τα δεδομένα εκείνης της εποχής, το κιβώτιο θέλει ευγένεια με τις αλλαγές σχέσεων, ενώ η ανάρτηση με τα φύλλα σούστας δε διακρίνεται για την απορροφητικότητά της στους ελληνικούς δρόμους. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά όμως ήταν εκείνα που μεταμόρφωναν το Pandάκι σε αγριοκάτσικο εκτός δρόμου, ειδικά μάλιστα όταν τραβούσες προς τα πάνω τον επιλογέα πίσω από το κιβώτιο για την εμπλοκή της τετρακίνησης.
Οδηγώντας, πάντως, εστιάζεις περισσότερο σε αυτή την αποθέωση της λειτουργικής απλότητας του σπαρτιάτικου εσωτερικού, με τα επίπεδα τζάμια και τις κολόνες μεγέθους φυσοκάλαμου. Μία από τις λίγες πολυτέλειες είναι η υφασμάτινη οροφή (ένα από τα λίγα έξτρα εκείνης της εποχής), την οποία πάντως ανοίγεις εν στάσει με ντελικάτες κινήσεις.
Βάζεις 2η και ξεκινάς. Ναι, καλά διαβάσατε, έτσι πρέπει, αφού στην ουσία οι Ιταλοί μηχανικοί είχαν προικίσει την τετρακίνητη έκδοση με το 4άρι κιβώτιο των απλών εκδόσεων, συν μία επιπλέον πολύ κοντή 1η σχέση για τις δύσκολες καταστάσεις εκτός δρόμου. Ο ατμοσφαιρικός κινητήρας των 55 ίππων και των λίγο πάνω από τα 8 χλγμ. ροπής κάνει τη δουλειά του σε μία καρότσα που δε ζυγίζει πάνω από 800 κιλά, αλλά σίγουρα νιώθεις καλύτερα στον σύγχρονο απόγονο.
Ο Twinair που τοποθετήθηκε στην τρίτη γενιά δεν είναι υπόδειγμα πολιτισμένης λειτουργίας (σε ό,τι αφορά τον ήχο και τους κραδασμούς), αλλά με τη μικροκαμωμένη του τουρμπίνα έχει υπεραρκετά αποθέματα ροπής και τη βοήθεια των 6 σχέσεων του κιβωτίου, για να μετακινήσει σε κάθε περίπτωση εύκολα τον έτσι κι αλλιώς μικρό όγκο του τελευταίου Panda.
Χάρη λοιπόν στο μεράκι του Ανδρέα, πολύ καλού φίλου και ιδρυτικού αναγνώστη, μας δόθηκε η ευκαιρία μέσα σε ένα πρωινό να «στριμώξουμε» σχεδόν σαράντα χρόνια εξέλιξης και εμπειρίας σε μια ευχάριστη βόλτα. Ένα μικρό τετρακίνητο μπορεί να ήταν πάντοτε συνυφασμένο με την ελληνική ιδιοσυγκρασία (κάτι στο οποίο συνηγορούν οι ορδές των Jimny και Terios που έχουν βρεθεί στους δρόμους της χώρας μας), αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα είναι έτσι και στο μέλλον.
Οι αυστηρότερες προδιαγραφές ρύπων και η ηλεκτροκίνηση έχουν φέρει μεγάλες αλλαγές, καθιστώντας δυσοίωνο το μέλλον τέτοιων αυτοκινήτων, πόσω μάλλον όταν είναι και τετρακίνητα – αν και προς το παρόν υπάρχει η τελευταία γενιά που διαθέτει τον νέο mild hybrid κινητήρα.
Ήδη πάντως έχει παρουσιαστεί το αμιγώς ηλεκτρικό πια «500», κάτι που σημαίνει ότι ίσως σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον τα μόνα αυτοκίνητα αυτού του μεγέθους που θα κυκλοφορούν αυστηρά εντός των πόλεων θα είναι car sharing (αυτόνομες;) ηλεκτρικές κάψουλες μικροκινητικότητας._ 4Τ
Τα Panda που βρέθηκαν παντού
Panda 4×4 Amphibious (1986) / Το 1986 η Fiat πήγε το τετρακίνητο Panda ένα βήμα παραπέρα, δημιουργώντας μια αμφίβια έκδοση. Πιστή στη λογική της απλότητας, οι μηχανικοί κατασκεύασαν μία ειδική βάση στο πίσω μέρος για την τοποθέτηση εξωλέμβιας μηχανής, φροντίζοντας παράλληλα για τη στεγανότητα του υπόλοιπου αμαξώματος.
Panda Himalaya (2005) / Το Panda έφτασε στα 5.200 μέτρα, σε ένα από τα ψηλότερα σημεία της οροσειράς των Ιμαλαΐων. Το αυτοκίνητο που πραγματοποίησε το ρεκόρ δεν είχε ουσιαστικές μετατροπές σε σχέση με ένα κανονικό όχημα παραγωγής, και απέδειξε την ικανότητα όχι μόνο του συστήματος τετρακίνησης, αλλά και του κινητήρα να αποδίδει σε ιδιαίτερα χαμηλή ατμοσφαιρική πίεση.
Panda Terramare 4 (2006) / Και η δεύτερη γενιά του τετρακίνητου Panda απέκτησε μία αμφίβια έκδοση. Αυτήν τη φορά όμως ήταν εφοδιασμένο με μια λαστιχένια «ζώνη» με αέρα γύρω από το αμάξωμα καθώς και έναν κινητήρα waterjet, που επέτρεψαν σε αυτό το «αδιάβροχο» Panda να διασχίσει το κανάλι της Μάγχης σε μόλις έξι ώρες.
Panda Monster (2012) / Μετά το Panda Monster του 2005, αυτό εδώ ήταν ένα πραγματικό τέρας, αφού μιλάμε για το ψηλότερο Panda, το οποίο δημιουργήθηκε για τις ανάγκες ενός τηλεοπτικού σποτ. Βασισμένο στο πλαίσιο του Jeep Wrangler CJ7, το «τερατώδες» Panda πατούσε σε τροχούς διαμέτρου 1,5 μέτρου, ενώ το συνολικό ύψος, αλλά και το πλάτος του, ξεπερνούσε τα 3,9 μέτρα.
PanDakar (2007 ; 2017)
Με αυτό το λογοπαίγνιο στο όνομα, η Fiat δημιούργησε τη rally-raid εκδοχή, βασισμένη στην πετρελαιοκίνητη έκδοση Cross, με τις ανάλογες φυσικά αγωνιστικές μετατροπές. Στην πρώτη απόπειρα στο Ντακάρ (2007), με οδηγό τον φημισμένο Μίκι Μπιαζιόν, δεν κατάφερε να τερματίσει, κάτι που έγινε όμως δέκα χρόνια αργότερα με το μοντέλο της τρίτης γενιάς (φωτ.).
«Το Panda είναι σαν ένα παντελόνι τζιν, ρούχο απλό και πρακτικό, χωρίς φτιασίδια». Τζορτζέτο Τζουτζάρο